Ένας αδρανής νόμος του 1969 κατέτασσε τους λύκους στα «επιβλαβή θηράματα». Επέτρεπε μάλιστα το κυνήγι των μεγαλόσωμων θηρευτών από τις 20 Αυγούστου και μετά. Το υπουργείο Γεωργίας της εποχής καθόριζε ταυτόχρονα τα ποσά των αμοιβών που λάμβαναν οι κυνηγοί των… επιβλαβών θηραμάτων, στη λίστα των οποίων περιλαμβανόταν και ο λύκος. Οι κυνηγοί ζωικών κεφαλών εντόπιζαν τα θύματά τους, τα σκότωναν και παρέδιδαν μέλη του ζώου στο δασαρχείο. Εκείνο στη συνέχεια αναλάμβανε την καταβολή της προβλεπόμενης αμοιβής, κάτι που σταμάτησε οριστικά το 1983 με τη ευρωπαϊκή σύμβαση της Βέρνης, την οποία επικύρωσε και η Ελλάδα. Η συνθήκη απαγόρευε τόσο τη σύλληψη, όσο και τη θανάτωση των συγκεκριμένων ζώων. Πολλά χρόνια μετά, άρχισαν να καταφθάνουν με συχνότητα στις δασικές υπηρεσίες, μαρτυρίες για επανεμφάνιση λύκων στην Αττική.
Όπως λέει ο Γιώργος Ζαρείφης, δασολόγος στο δασαρχείο Πάρνηθας, «το 2011 είχαμε αναφορές κτηνοτρόφων, για ζώα τα οποία βρέθηκαν κατασπαραγμένα. Στη συνέχεια εντοπίσαμε σκοτωμένα ελάφια, τα οποία κατά πάσα πιθανότητα είχαν δεχθεί επίθεση από λύκο. Αυτά ήταν τα πρώτα δείγματα που μας έκαναν να προβληματιστούμε. Γι’ αυτό και το 2012 στείλαμε ένα έγγραφο σε όλους τους δήμους της περιοχής, ενώ η ίδια επιστολή έφτασε και σε περιβαλλοντικές οργανώσεις. Ζητούσαμε να μας πληροφορήσουν εάν είχαν συγκεκριμένα δείγματα παρουσίας λύκων στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Επειδή όμως δεν ήταν εύκολο να εντοπίσουμε ένα λύκο, ζητήσαμε τη συμβολή της περιβαλλοντικής οργάνωσης Καλλιστώ, η οποία ειδικεύεται στη μελέτη του συγκεκριμένου ζώου».
Έτσι, οι υπεύθυνοι της Καλλιστώ τοποθέτησαν κάμερες στην Πάρνηθα για να πιστοποιήσουν ή να απορρίψουν την ύπαρξη λύκων.«Αργότερα βρήκαμε ένα κουφάρι ζώου σε πλαγιά της Πάρνηθας, το οποίο έμοιαζε με λύκο. Ήταν μουμιοποιημένο. Γι’ αυτό το λόγο στείλαμε έγγραφο στην Καλλιστώ, ζητώντας της να επιβεβαιώσει εάν επρόκειτο για λύκο ή όχι. Με τη βοήθεια θερμικών καμερών, επιβεβαίωσε πράγματι ότι υπάρχουν λύκοι στο βουνό. Μάλιστα σε μία από αυτές, είχαμε ταυτόχρονα οκτώ εμφανίσεις», λέει ο κύριος Ζαρείφης.
Η διαδρομή του λύκου προς το λεκανοπέδιο
Όπως εξηγεί, η εξάπλωση πληθυσμών λύκου έως και τη Λαμία -κυρίως στην περιοχή του Παρνασσού- είναι αρκετά έντονη τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο το φαινόμενο εκδηλώθηκε σταδιακά. «Από τον Παρνασσό οι λύκοι έφτασαν στον Κιθαιρώνα, στα Γεράνια, κατόπιν στην Πάρνηθα», λέει ο δασολόγος περιγράφοντας τη διαδρομή του ζώου προς το λεκανοπέδιο.
Αυτή τη στιγμή οι δασικές υπηρεσίες της Αττικής, της Κορίνθου, της Λαμίας, η Καλλιστώ, αλλά και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας αναπτύσσουν το πρόγραμμα Life με σκοπό να διερευνήσουν μεθόδους αντιμετώπισης ζημιών από τους λύκους σε κοπάδια. Ως αντίμετρο προτείνεται η χορήγηση ελληνικών ποιμενικών στους κτηνοτρόφους, αλλά και η άμεση αποζημίωση των ζημιών ώστε να μην υπάρχουν… συγκρούσεις των ανθρώπων με τους λύκους. Μέσα από το πρόγραμμα οι συγκεκριμένοι φορείς προσπαθούν επίσης να καταγράψουν τις διατροφικές, αλλά και τις ευρύτερες συνήθειες των λύκων που κινούνται στην Αττική.
Γιατί δεν πρέπει να ταΐζουμε τα άγρια ζώα
«Το πιο βασικό είναι η ενημέρωση του κόσμου», τονίζει ο δασολόγος. «Εξάλλου το ζώο αποφεύγει την ημέρα και τον άνθρωπο. Σε κάθε περίπτωση όταν συναντήσουμε ένα λύκο, απαγορεύεται είτε να τον ταΐζουμε, είτε να τον πλησιάζουμε, όπως ισχύει και για όλα τα άγρια ζώα. Κάποιοι παρόλ’ αυτά σπεύδουν να το κάνουν, δίνοντας ακόμα και κρουασάν ή ψωμί αλλά και γλυκά. Το φαινόμενα παρατηρείται κυρίως με τα ελάφια, των οποίων ο πληθυσμός εμφανίζεται αρκετά εκτεταμένος στην Πάρνηθα, ενώ τα ζώα είναι πολύ κοινωνικά. Ωστόσο οι συγκεκριμένες τροφές δεν ταιριάζουν με το πεπτικό σύστημα ενός άγριου ζώου. Επίσης, εάν για παράδειγμα ταΐσουμε το λύκο, αλλάζουν οι συνήθειές του, καθότι ο ίδιος διανύει πολλά χιλιόμετρα για να βρει τροφή. Εάν του προσφέρουμε τροφή μία ή δύο φορές, δεν αποκλείεται να συναντήσει κάποιον άνθρωπο στη συνέχεια, αναζητώντας φαγητό. Εάν εκείνος δεν έχει ή δεν θέλει να του δώσει, οι συνέπειες από την αντίδραση του ζώου μπορεί να είναι απρόβλεπτες».
Ανάμεσα στα άγρια ζώα που διαβιούν στην Πάρνηθα είναι το προστατευόμενο κόκκινο ελάφι, που συναντάται αποκλειστικά στην Αττική. Αγριογούρουνα, φίδια δηλητηριώδη -ή όχι-, χελώνες, γεράκια και αρκετά ακόμα άγρια ζώα και πτηνά κατοικοεδρεύουν και συνυπάρχουν στον αττικό ορεινό όγκο.
Η συνάντηση με το λύκο
Ο Βασίλης Φίλος, δασοπόνος στην Πάρνηθα και υπάλληλος του φορέα διαχείρισης του Εθνικού Δρυμού, συνάντησε πριν από περίπου δυόμισι χρόνια ένα λύκο. Με ιδιαίτερη σπουδή, οι άνθρωποι που εργάζονται καθημερινά στην Πάρνηθα, κατάφεραν να τον φωτογραφήσουν από μακρινή απόσταση, όπως φαίνεται στις λήψεις που ακολουθούν. «Η συνάντηση έγινε στις 5 Μαΐου του 2014. Από τότε ακολούθησαν συνεχείς ενημερώσεις, τόσο από πολίτες όσο και από φορείς, οι οποίοι επισκέπτονται το βουνό και ανέφεραν την παρουσία λύκων», λέει ο κύριος Φίλος. «Όταν βρήκαμε το λύκο, κατευθυνόμαστε προς ένα από τα σημεία, από το οποίο παρακολουθούμε τα ελάφια. Είχε έντονη ομίχλη και ήταν σαν να είχε νυχτώσει. Τον είδαμε σε αρκετά μεγάλη απόσταση, παρά την περιορισμένη ορατότητα και την έντονη βροχή. Παρόλ’ αυτά το γεγονός ότι τον συναντήσαμε μέρα, είναι που συμβαίνει σπάνια, καθότι συνήθως κινείται στη διάρκεια της νύχτας. Ωστόσο στην Πάρνηθα, όσο αυξάνεται ο πληθυσμός τους, αυξάνονται και οι πιθανότητες να τους συναντήσει κανείς στη διάρκεια της ημέρας», καταλήγει ο δασοπόνος.
Σημείωση: Τις φωτογραφίες στις οποίες εικονίζεται ο λύκος φωτογραφημένος από μεγάλη απόσταση, παραχώρησαν τα στελέχη του φορέα διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας, Φίλος Βασίλειος, δασοπόνος, Βοτάκη Γεωργία, ξεναγός, Κατσούλας Παντελεήμων, οδηγός.
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος