Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών – Συνταγματολόγος – Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα – Δ.Σ. Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων – Δ.Σ. Ιδρύματος Μπότσαρη Ελλάδος.
Με το νέο νομοσχέδιο επαναπροσδιορίζεται για πρώτη φορά μετά από περίπου 40 χρόνια από την τελευταία μεγάλη αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, η φιλοσοφία του νομοθέτη, σε περίπτωση διάστασης μεταξύ γονέων, από την μονοδιάστατη άσκηση της γονικής μέριμνας επιμέλειας κυρίως από τον ένα γονέα, στην από κοινού πλέον άσκηση και από τους δύο γονείς. Καθιερώνεται η αρχή της μη διάκρισης για οποιοδήποτε λόγο μεταξύ των γονέων, καθώς επίσης και η έννοια της γονεϊκης αποξένωσης.
Καθιερώνεται το ελάχιστο μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας κατά το 1/3 του συνολικού κατανεμομένου χρόνου και αξιοποιούνται κατά τα στάδια ως μεθοδολογικά εργαλεία η κοινή συμφωνία των γονέων, η δυνατότητά τους να προσφύγουν από κοινού σε ειδικευμένο διαμεσολαβητή και, σε τελικό στάδιο, εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία, η προσφυγή στο δικαστήριο, ώστε να αποφεύγεται η εξαρχής αντιδικία που επιδρά αρνητικά στην ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη του τέκνου.
Σε περιπτώσεις διαφωνίας γονέων (άρθρο 1512), η ισχύουσα νομοθεσία αναφέρει ότι την απόφαση λαμβάνει το δικαστήριο. Όμως, προτεινόμενη ρύθμιση περιλαμβάνει το στάδιο της διαμεσολάβησης, η οποία αν δεν αποδώσει θα οδηγηθεί η υπόθεση σε δικαστική κρίση. Επιπλέον, φέρεται να αλλάζει και το 1513 ΑΚ, όπου μέχρι σήμερα «σε περιπτώσεις διαζυγίου η άσκηση γονικής μέριμνας ρυθμίζεται από το δικαστήριο». Η προτεινόμενη αλλαγή επιβάλλει την «από κοινού και εξίσου άσκηση γονικής μέριμνας», εκτός αν συμφωνηθεί να ανατεθεί σε έναν από αυτούς.
Πλέον, με αλλαγή του άρθρου 1518 ΑΚ, όπου ορίζονται τα της επιμέλειας του προσώπου, αναμένεται να θεσπιστεί η υποχρέωση του γονέα να διαφυλάσσει και να ενισχύει την σχέση του τέκνου με τον άλλο γονέα, τους αδελφούς του, καθώς και με την οικογένεια του άλλου γονέα, ιδίως όταν οι γονείς δε ζουν μαζί ή ο άλλος γονέας έχει αποβιώσει. Αντίστοιχα, στο ζήτημα της της μεταβολής του τόπου διαμονής, που ταλανίζει εκατοντάδες ζευγάρια, στην προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 1519 αναφέρεται ότι «όταν η επιμέλεια ασκείται από τον ένα γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του εκτός από τα επείγοντα και εντελώς τρέχοντα, καθώς και ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται και από τους δύο γονείς από κοινού».
Μέχρι σήμερα, αναφέρεται ότι «ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τεκνό, διατηρεί το δικαίωμα της ευρύτερης προσωπικής επικοινωνίας με αυτό». Στο νομοσχέδιο προβλέπεται η συμπλήρωση της φράσης ως εξής: «Στην οποία περιλαμβάνεται τόσο η φυσική παρουσία – επαφή αυτού με το τεκνό όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο συνολικός χρόνος που το τέκνο θα επικοινωνεί με το γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερος από το 1/3 υπολογιζόμενος είτε σε ετήσια, είτε σε μηνιαία είσαι εβδομαδιαία βάση, εκτός εάν ο γονέας που δεν διαμένει με το τεκνό επιθυμεί μικρότερο χρόνο επικοινωνίας».
Την εισαγωγή της υποχρέωσης διατήρησης επαφής με τρίτα πρόσωπα, καθιερώνει το νέο νομοσχέδιο, καθώς εκτός από την υποχρέωση του γονέα να μην διακόπτει την επικοινωνία του παιδιού με τους συγγενείς του, προστίθεται μια ακόμη πρόταση, αφού «οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τρίτους που έχουν αναπτύξει μαζί του κοινωνικόσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης, εφόσον με την επικοινωνία εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου».
Τα ποσοστά των αποφάσεων που δίνουν την επιμέλεια στη μητέρα, φτάνουν το 92%.
Μπορεί να μην το όριζε ξεκάθαρα ο νόμος αλλά είναι μέχρι και σήμερα η πιο συνηθισμένη εξέλιξη, αφού οι δικαστές υιοθετούν άκριτα την αντίληψη ότι η μητέρα είναι καλύτερος γονιός, σε ποσοστό 92% των δικαστικών αποφάσεων. Δηλαδή, 92% δικαστικές αποφάσεις κατά του πατέρα. Η υποχρεωτική συνεπιμέλεια ορίζει ότι αν δύο γονείς πάνε να χωρίσουν, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι η επιμέλεια θα είναι εξ’ ορισμού κοινή. Τελευταία ακούστηκε πολύ η άποψη ότι πρόκειται για ικανοποίηση του αιτήματος ίσης μεταχείρισης των γονέων.
Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του. Κατά την ανατροφή του τέκνου οι γονείς του ενισχύουν, χωρίς διάκριση φύλου, να αναπτύσσει υπεύθυνα και με κοινωνική συνείδηση την προσωπικότητα του. Η λήψη σωφρονιστικών μέτρων επιτρέπεται μόνον εφόσον αυτά είναι παιδαγωγικώς αναγκαία και δεν θίγουν την αξιοπρέπεια του τέκνου. Κατά τη μόρφωση και την επαγγελματική εκπαίδευση του τέκνου οι γονείς λαμβάνουν υπόψη τις ικανότητες και τις προσωπικές του κλίσεις. Γι’ αυτόν το σκοπό οφείλουν να συνεργάζονται με το σχολείο και αν υπάρχει ανάγκη, να ζητούν τη συνδρομή αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών ή δημόσιων οργανισμών.
Με βάση την αρχή της ίσης μεταχείρισης των γονέων και των φύλων επιβάλλεται ο εκσυγχρονισμός των διατάξεων του οικογενειακού δικαίου ώστε να διασφαλίζεται το πραγματικό συμφέρον του παιδιού που είναι η διαμονή, η επικοινωνία και η επαφή και με τους δύο γονείς ώστε να διαμορφώσει ολοκληρωμένη προσωπικότητα και να έχει τσ πρότυπα και των δύο φύλων στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του.
Η βίαιη αποκοπή από τον ένα από τους δύο γονείς με δικαστική απόφαση, που είναι ο κανόνας σήμερα, συνιστά ένα τραυματικό γεγονός για το παιδί και το γονέα και μία αδικαιολόγητη διάσπαση του ισχυρού ψυχικού δεσμού που έχει το τέκνο αναπτύξει με τον γονέα που του αφαιρείται από τη ζωή του.
Οι εθνικές διατάξεις συντηρούν αντιδικίες και έριδες που αποβαίνουν ιδίως σε βάρος του παιδιού αλλά και των διαδίκων και του κοινωνικού συνόλου ενώ με περισσότερο ευέλικτες και σύγχρονες ρυθμίσεις μπορούν ν’ αποφευχθούν οι αντιδικίες για την επιμέλεια, η ενδοοοικογενειακή βία, οι αυθαίρετες αλλαγές του τόπου κατοικίας του παιδιού και σειρά άλλων προβλημάτων που βασανίζουν τα παιδιά και ταλαιπωρούν το δικαστικό σύστημα.
Η επιστήμη σήμερα δέχεται ότι το αληθές συμφέρον του παιδιού είναι να το ανατρέφουν και οι δύο γονείς, ότι στην περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου αυτό εξασφαλίζεται από την κοινή ανατροφή και από τους δύο γονείς, πράγμα που εξασφαλίζει τους καλύτερους δυνατούς δείκτες ευημερίας για το παιδί, ότι η εκ συστήματος αποκλειστική ανάθεση της επιμέλειας σε ένα γονέα προκαλεί ψυχικά τραύματα στα παιδιά και τα εκθέτει σε πιθανούς κινδύνους, ότι η ποιότητα του χρόνου που κάθε γονιός περνά με το παιδί βρίσκεται σε συνάρτηση με την ποσότητα. Τέλος, καλές πρακτικές όπως η χρήση σχεδίων ανατροφής παιδιών, η αποφυγή της αντιδικίας, η αποφυγή της ενδοοικονενειακής βίας κάθε μορφής, η μεσολάβηση, η λειτουργία δικαστικών κοινωνικών υπηρεσιών, προϋποθέτουν την νομική και πραγματική ισότητα των γονέων.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης έλαβε υπόψη του τις νεότερες ανακαλύψεις της επιστήμης, τις καλές πρακτικές και τις νομοθετικές αλλαγές που έχουν λάβει χώρα στις χώρες μέλη του και με τη σύσταση 15 (2015) της επιτροπής υπουργών και το ψήφισμα 2079 (2015) της επιτροπής ισότητας της κοινοβουλευτικής συνέλευσης, ομόφωνα, διατύπωσε ρητά τις αρχές που διέπουν την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού και του ανθρώπου. Οι αρχές αυτές διέπουν και τις προτεινόμενες διατάξεις.
Στις περιπτώσεις διαζυγίου η ακύρωσης του γάμου οι γονείς διατηρούν από κοινού την άσκηση της γονικής μέριμνας στην οποία περιλαμβάνεται η επιμέλεια και φροντίδα του προσώπου του τέκνου ,ακόμα και αν η άσκηση της ρυθμίζεται από το δικαστήριο.
Οι συμφωνίες των γονέων και οι δεσμοί του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο.
Η γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, ανήκει στη μητέρα του. Ο πατέρας που αναγνωρίζει εκούσια ή δικαστικά το τέκνο αποκτά από την αναγνώριση την γονική μέριμνα, επιμέλεια και φροντίδα του τέκνου και εφαρμόζεται αναλογικά η διάταξη του άρθρου 1513.
Στην περίπτωση χωριστής διαβίωσης των γονέων ως τόπος νόμιμης κατοικίας του τέκνου παραμένει ο τόπος της τελευταίας κοινής κατοικίας των γονέων, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη έγγραφη συμφωνία των γονέων. Για την αλλαγή της νόμιμης κατοικίας του παρόντος άρθρου απαιτείται έγγραφη συμφωνία των γονέων ή απόφαση δικαστηρίου. Το τέκνο διαβιώνει στον τόπο της νόμιμης κατοικίας του και διαμένει ίσο χρόνο στην κατοικία κάθε γονέα, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη έγγραφη συμφωνία των γονέων. Με δικαστική απόφαση δεν επιτρέπεται να διαταχθεί, για οποιονδήποτε από τους γονείς, χρόνος διαμονής του τέκνου με αυτόν μικρότερος του 35 % του συνολικού χρόνου του τέκνου, περιλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων.
Το τέκνο όπως και ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχουν αμφότεροι δικαίωμα και υποχρέωση προσωπικής επικοινωνίας. Κάθε γονέας υποχρεούται να διευκολύνει την προσωπική επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα, ιδίως κατά το χρόνο που διαμένει με αυτόν. Ot γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του. εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, τα σχετικά με την επικοινωνία κανονίζονται ειδικότερα από το δικαστήριο.