Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών – Συνταγματολόγος – Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα – Δ.Σ. Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων – Δ.Σ. Ιδρύματος Μπότσαρη Ελλάδος.
Στο νέο νόμο 4703/2020, προβλέπεται πως στις μεγάλες πόλεις δεν επιτρέπεται να κλείνουν οι δρόμοι από ολιγάριθμες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Αντίθετα ,οι πορείες θα πρέπει να περιορίζονται σε μία λωρίδα ή στο πεζοδρόμιο. Σκοπός του νέου νόμου, είναι η συνέχιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των καταστημάτων, η μη παρεμπόδιση της ελεύθερης κυκλοφορίας πολιτών , η ομαλότητα στους δρόμους και ο σεβασμός των δικαιωμάτων των πολλών. Το διαρκές αίτημα για την αυστηροποίηση των πορειών, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας, σχετίζεται με τα αιτήματα καταστηματαρχών που διαμαρτύρονται για πολύωρες διακοπές κυκλοφορίας ,λόγω ολιγάριθμων συγκεντρώσεων. Δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η σταθερή ή κινούμενη συνάθροιση προσώπων, προσωρινής διάρκειας, που πραγματοποιείται μετά από προηγούμενη συνεννόηση ή πρόσκληση σε ανοικτό, μη περιτοιχισμένο χώρο, για τον ίδιο σκοπό, ιδίως για από κοινού διαμαρτυρία, προβολή απόψεων, διατύπωση αιτημάτων οποιουδήποτε χαρακτήρα ή λήψη σχετικών αποφάσεων.
«Σταθερή συνάθροιση» είναι η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, της οποίας η έναρξη, η διάρκεια και η λήξη πραγματοποιούνται στον ίδιο, ανοιχτό, μη περιτοιχισμένο χώρο.
«Κινούμενη συνάθροιση» ή «πορεία» είναι η πεζή ή εποχούμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία πραγματοποιείται με μετακίνηση των συμμετεχόντων ή μέρους των συμμετεχόντων σε συγκεκριμένη οδική διαδρομή.
«Αυθόρμητη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, που πραγματοποιείται χωρίς προηγούμενη συνεννόηση ή πρόσκληση, με αφορμή την επέλευση συγκεκριμένου αιφνίδιου γεγονότος, κοινωνικής σημασίας.
«Έκτακτη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η συνάθροιση της παρ. 1, όταν πραγματοποιείται ένεκα απρόβλεπτου, τρέχοντος ή επικείμενου γεγονότος, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3.
«Διατάραξη» είναι η εξαιτίας της συνάθροισης σοβαρή παρεμπόδιση της κίνησης των πολιτών και γενικά η διασάλευση της ομαλής κοινωνικής και οικονομικής ζωής μιας περιοχής.
.«Διάλυση» είναι η διακοπή της διεξαγωγής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και η εκούσια ή μη απομάκρυνση των συναθροισθέντων, κατόπιν προφορικής ή γραπτής διαταγής της παριστάμενης αστυνομικής αρχής προς τους συμμετέχοντες στη συνάθροιση να απομακρυνθούν.
«Οργανωτής» είναι το φυσικό πρόσωπο ή ο νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου ή ένωσης προσώπων που απευθύνει πρόσκληση προς το ευρύ κοινό για συμμετοχή σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ή ο οριζόμενος ως οργανωτής στο πλαίσιο της υποχρέωσης γνωστοποίησης του άρθρου 3.
«Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής» είναι ο αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή στέλεχος του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής αντίστοιχα, ο οποίος ορίζεται από την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή ως σύνδεσμος με τον οργανωτή, ώστε μέσω της άμεσης μεταξύ τους επικοινωνίας, συνεργασίας και συντονισμού να διασφαλισθεί η ομαλή και σύννομη διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.
«Περιορισμοί» είναι οι υποχρεώσεις που τίθενται προς τους συμμετέχοντες ή και τους προτιθέμενους να συμμετάσχουν στη συνάθροιση, μέσω σχετικών, προφορικών ή γραπτών, υποδείξεων της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής να ασκήσουν το δικαίωμά τους σύμφωνα με τις συστάσεις της. Περιορισμοί, είναι ιδίως η κατάληψη μέρους μόνον του οδοστρώματος ή άλλου δημόσιου ανοικτού μη περιτοιχισμένου χώρου, η μερική διαφοροποίηση της διαδρομής κινούμενης συνάθροισης, η αποβολή και απομάκρυνση από τον χώρο της συνάθροισης ατόμων τα οποία φέρουν αντικείμενα και εκδηλώνουν συμπεριφορές που θέτουν σε διακινδύνευση την ανθρώπινη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα ή τα περιουσιακά δικαιώματα των πολιτών ή τη δημόσια περιουσία ή εμποδίζουν την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι των συναθροισθέντων και την ομαλή εξέλιξη της συνάθροισης, καθώς και η μη παρακώλυση της κυκλοφορίας και της πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς κοινής ωφέλειας και νοσηλευτικά ιδρύματα.
Υποχρέωση γνωστοποίησης:
1.Ο οργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει στην κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή, την πρόθεσή του να καλέσει το ευρύ κοινό ή ορισμένες κατηγορίες προσώπων ή αριθμό συγκεκριμένων ατόμων να συμμετάσχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
2.Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως ή ηλεκτρονικά μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της Ελληνικής Αστυνομίας και υποβάλλεται εγκαίρως πριν από την πραγματοποίηση της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του οργανωτή, τον ακριβή τόπο, τον χρόνο έναρξης και τον εκτιμώμενο χρόνο λήξης, τον σκοπό, καθώς και το προτεινόμενο δρομολόγιο της συνάθροισης. Δεν οφείλεται γνωστοποίηση για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις που πραγματοποιούνται για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς και της επετείου της 17ης Νοεμβρίου.
3.Αυθόρμητη ή έκτακτη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που δεν έχει γνωστοποιηθεί κατά τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 επιτρέπεται, εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Στην περίπτωση αυτή η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή καλεί τους συμμετέχοντες να ορίσουν οργανωτή, εφόσον οι υφιστάμενες συνθήκες το επιτρέπουν, ενώ δύναται να επιβάλει περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 8. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με αυτούς, καθώς και με την υποχρέωση ορισμού οργανωτή, η αστυνομική ή λιμενική αρχή δύναται να προβεί στη διάλυση της ανωτέρω συνάθροισης ενημερώνοντας αμελλητί τον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.
4.Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται ειδική ιστοσελίδα, μέσω της οποίας παρέχεται ενημέρωση στους πολίτες για τις προγραμματισμένες ή τρέχουσες συναθροίσεις και λοιπές εκδηλώσεις, καθώς και τις σχετιζόμενες με αυτές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις. Με όμοια απόφαση προβλέπονται οι ειδικότεροι όροι λειτουργίας της ιστοσελίδας και κάθε αναγκαίο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.
Υποχρεώσεις οργανωτή:
Ο οργανωτής της συνάθροισης υποχρεούται να μεριμνά για την ομαλή διεξαγωγή της λαμβάνοντας κάθε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο. Ιδίως, ο οργανωτής της συνάθροισης:
α) συνεργάζεται άμεσα με την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή και ιδίως με τον Αστυνομικό ή Λιμενικό Διαμεσολαβητή και συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους παρέχοντας τη συνδρομή του στην προσπάθεια για την τήρηση της τάξης και την ομαλή πραγματοποίηση της συνάθροισης,
β) ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους να μην φέρουν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και ζητά την παρέμβαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής για την απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα,
γ) ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων, τα οποία παρέχουν συνδρομή στην περιφρούρηση της συνάθροισης.
Αστυνομικός – Λιμενικός Διαμεσολαβητής:
1.Κατά τη διεξαγωγή των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής ως «Αστυνομικός Διαμεσολαβητής» ή «Λιμενικός Διαμεσολαβητής» κατά περίπτωση, ο οποίος αποτελεί τον σύνδεσμο της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής με τον οργανωτή, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή και σύμφωνη με τον νόμο διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.
2.Ο Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής μεριμνά:
α) για τη δημιουργία άμεσης επαφής μεταξύ του επικεφαλής της δύναμης της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, η οποία παρίσταται κατά τη διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και του οργανωτή και
β) για την άμεση και διαρκή συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής και του οργανωτή.
Υποχρεώσεις της αστυνομικής και λιμενικής αρχής:
Η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή οφείλει να διασφαλίζει την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι σε δημόσιο υπαίθριο χώρο, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1. Προς τον σκοπό αυτόν και σε συνεργασία με τον οργανωτή, λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Απαγόρευση:
1.Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν:
α) επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων, ιδίως, κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας ή
β) απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή ή
γ) πρόκειται για δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ο σκοπός της οποίας αντιτίθεται προς τον σκοπό ήδη προγραμματισμένης γνωστοποιηθείσας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 και μη απαγορευθείσας συνάθροισης που πραγματοποιείται ή βρίσκεται σε εξέλιξη στην ίδια περιοχή ή εγγύς της ίδιας περιοχής και κατά το αυτό χρονικό διάστημα.
2.Στις περ. β) και γ) της παρ. 1 η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 υποδεικνύει ενδεικτικά, εφόσον είναι εφικτό, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγματοποίηση της συνάθροισης.
3.Η απόφαση για την απαγόρευση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.
4.Γ ια τη λήψη της απόφασης περί απαγόρευσης, όπως και για την επιβολή περιορισμών σύμφωνα με το άρθρο 8 σε γνωστοποιηθείσα δημόσια υπαίθρια συνάθροιση λαμβάνονται υπόψη ιδίως: (α) ο εκτιμώμενος αριθμός συμμετεχόντων, (β) η περιοχή πραγματοποίησής της, (γ) ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής ως προς την πιθανότητα διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων και διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής.
Περιορισμοί:
1.Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω ιδίως των ειδικότερων κυκλοφοριακών και άλλων ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών.
2.Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής, λόγω ιδίως του αριθμού των συμμετεχόντων και λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις ειδικότερες κυκλοφοριακές και άλλες ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες.
3.Η απόφαση για την επιβολή περιορισμών σε γνωστοποιηθείσα συνάθροιση κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.
Διάλυση:
1.Η διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη δύναται να διαταχθεί, εάν:
α) πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης του άρθρου 7 ή
β) οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε σχέση με αυτή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 ή
γ) μετατρέπεται σε βίαιη με τη διάπραξη σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως επιθέσεων κατά προσώπων, εμπρησμών, φθορών δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, βιαιοπραγιών κατά της αστυνομικής δύναμης και ιδίως σε περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί και εμπρηστικοί μηχανισμοί, φωτοβολίδες, αιχμηρά αντικείμενα ή από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή σωματική βλάβη ή
δ) πραγματοποιείται χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3, με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου.
2.Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1, η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί προς τούτο κάθε νόμιμο, πρόσφορο, αναγκαίο και ανάλογο με τις περιστάσεις μέσο, εφόσον προηγουμένως δεν έχει καταστεί δυνατή η εκούσια συμμόρφωση και αποχώρηση των συμμετεχόντων σε συνάθροιση.
Αρμοδιότητα αστυνομικής και λιμενικής αρχής:
1.Αρμόδια για την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με σύμφωνη γνώμη του οικείου προέδρου πρωτοδικών, η οποία παρέχεται το αργότερο έως είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την έναρξη της επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, και απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων ή των υπεύθυνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή σε επείγουσες περιπτώσεις, προφορικά και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου τεκμαίρεται, ότι η σύμφωνη γνώμη έχει παρασχεθεί.
2.Αρμόδια για την επιβολή περιορισμών επικείμενης ή εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με απλή γνώμη του οικείου Δημάρχου ή των υπεύθυνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή σε επείγουσες περιπτώσεις, προφορικά και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση.
3.Αρμόδια για τη διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με σύμφωνη γνώμη του παριστάμενου αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών. Σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας και ιδίως, σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων, εφόσον δεν παρίσταται αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών, η απόφαση διάλυσης της συνάθροισης λαμβάνεται από τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης με παράλληλη αμελλητί ενημέρωση του αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών.
4.Η απόφαση απαγόρευσης ή επιβολής περιορισμών σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη και αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής. Εάν εκδοθεί προφορική εντολή, συντάσσεται το συντομότερο δυνατό πρακτικό, στο οποίο περιλαμβάνεται ειδική αιτιολογία τόσο για την αιτία που επέβαλε την έκδοση της διαταγής όσο και για τους λόγους για τους οποίους δεν κατέστη δυνατή η έκδοση σχετικής έγγραφης απόφασης.
Ενημέρωση εισαγγελικής αρχής:
1.Οι αποφάσεις και το πρακτικό της παρ. 4 του άρθρου 10 κοινοποιούνται στον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.
2.Σε περίπτωση έκδοσης της προφορικής εντολής της παρ. 4 του άρθρου 10, ο αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών ενημερώνεται άμεσα από τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης.
Προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία:
1.Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που απαγορεύθηκε δικαιούται να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης της σχετικής απόφασης από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας και υπό τους όρους του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), χωρίς να χρειάζεται να έχει υποβάλει ταυτοχρόνως αίτηση ακυρώσεως. Η προσωρινή διαταγή και η απόφαση της Επιτροπής Αναστολών που δέχεται την αίτηση αποβάλλουν αυτοδικαίως την ισχύ τους, αν ο οργανωτής δεν υποβάλει αίτηση ακυρώσεως εντός δεκαημέρου από τη χορήγηση της αναστολής.
2.Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία απαγορεύθηκε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση με αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
3.Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία επιβλήθηκαν περιορισμοί στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ή της απόφασης με την οποία αυτή διαλύθηκε, με αίτηση ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά, αναλόγως, των διατάξεων των άρθρων 2 έως 4 του ν. 702/1977 (Α’ 268).
Ποινικές κυρώσεις και αστική ευθύνη:
1.Όσοι αλλοιώνουν ή επιχειρούν να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών.
2.Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές αναφέρονται περιοριστικά στις περ. α’, β’ και γ’ του άρθρου 4.
3.Η διάταξη της παρ. 2 εφαρμόζεται αναλογικά και για τον οργανωτή της παρ. 3 του άρθρου 3.
Εξουσιοδοτική διάταξη:
Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής του Μέρους Α’ του παρόντος, καθώς και οι αναγκαίες λεπτομέρειες σχετικά με τα μέσα και τις διαδικαστικές προϋποθέσεις διάλυσης των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων.