Ομάδα έντεκα Δημοκρατικών γερουσιαστών απέστειλε επιστολή στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με το αίτημα να διευκρινίσει εάν η πώληση αντιπυραυλικών συστημάτων S-400 από τη Ρωσία σε αρκετές χώρες συνεπάγεται η επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ εναντίον τους. Το κείμενο το οποίο δημοσίευσε ο αξιωματούχος της Ανώτατης Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Ρόμπερτ Μεντέζ, που ηγήθηκε της ομάδας των συναδέλφων του, απευθύνεται στον πρώτο αναπληρωτή γραμματέα των ΗΠΑ, Τζον Σούλιβαν, προϊστάμενο του τμήματος εξωτερικής πολιτικής μετά τη παραίτηση του Ρεξ Τίλερσον από τη θέση αυτή. «Σας ζητούμε πληροφορίες σχετικά με τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ρωσίας και ορισμένων κρατών, που αναφέρθηκαν πωλήσεις συστημάτων αεροπορικής άμυνας S-400 από τη ρωσική κυβέρνηση, καθώς και κατά πόσον οι συναλλαγές αυτές θα πρέπει να συνεπάγονται την επιβολή υποχρεωτικών κυρώσεων στο πλαίσιο του CAATSA (νόμος «Για την αντιμετώπιση των αντιπάλων των ΗΠΑ μέσω κυρώσεων), όπως αναφέρει το ρωσικό πρακτορείο Tass.
Οι νομοθέτες ζήτησαν να μάθουν πληροφορίες σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση των ρωσικών διαπραγματεύσεων με την Κίνα, την Τουρκία, την Ινδία, την Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και «οποιαδήποτε άλλη χώρα».
Επιπλέον, η Γερουσία θα ήθελε να ακούσει τη «συνολική αξιολόγηση» που γίνεται από τις διπλωματικές προσπάθειες της Ουάσιγκτον να εμποδίσει την πώληση των S-400.
Ο συντάκτης σημειώνει -κατά τη μετάφραση του Βαλκανικού Περισκοπίου- ότι οι συμφωνίες αυτές «σε κάθε περίπτωση» θα πρέπει να θεωρούνται ως σημαντικές και , ως εκ τούτου, θα πρέπει να υπόκεινται σε κυρώσεις σύμφωνα με τον CAATSA. Ο νόμος αυτός, μεταξύ των άλλων, προβλέπει τη θέσπιση περιοριστικών μέτρων σε σχέση με τις τρίτες χώρες για συνεργασία σε ένα σημαντικό ποσοστό στους τομείς της Άμυνας και Πληροφοριών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, με το βαθμό σημαντικότητας που καθορίζει η αμερικανική υπηρεσία εξωτερικής πολιτικής.