Γράφει ο Χρήστος Ηλ.Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών
Ολική ανατροπή επήλθε από 1/1/2017 σε χιλιάδες εργαζόμενους που διαθέτουν δελτίο παροχής υπηρεσιών. Στην περίπτωση που οι εργαζόμενοι κόβουν μπλοκάκι σε περισσότερους από 2 εργοδότες, τότε οι κρατήσεις τους υπερδιπλασιάζονται και πάνε στο 26,95%, γίνονται δηλαδή ανάλογες κρατήσεις με εκείνες των ελεύθερων επαγγελματιών. Δεν είναι υποχρεωμένος ο εργαζόμενος εάν δεν έχει εισόδημα να πληρώσει τα 158 ευρώ που είναι το μίνιμουμ. Όσοι είναι ασφαλισμένοι από 1/1/1993 και μετά και έχουν μισθωτή εργασία, (ασφάλιση από έναν εργοδότη για τουλάχιστον 25 ημέρες τον μήνα) και κόβουν μπλοκάκι σε έναν ή δύο ακόμη εργοδότες, τότε από 1/1/2017 θα υπάρξουν και κρατήσεις της τάξης του 12,72%, ανεξάρτητα από τις κρατήσεις που έχουν για τη μισθωτή τους εργασία. Όταν εργάζεται ως μισθωτός σε έναν εργοδότη και παρέχει υπηρεσίες με μπλοκάκι σε άλλους, τότε πληρώνει το 20%.Εφόσον οι ασφαλισμένοι αυτοί θα πληρώνουν ένα μέρος του ποσού, τότε θα μπορούν να πάρουν ασφαλιστική ενημερότητα.Σε κάθε περίπτωση, στο τέλος κάθε έτους θα πραγματοποιείται εκκαθάριση και συμψηφισμός μεταξύ των καταβληθεισών κατά τους ανωτέρω μήνες εισφορών και των οφειλόμενων εισφορών, με βάση το πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας (όπως αυτό προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος). Η ρύθμιση αφορά ασφαλισμένους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι υπαγόμενοι στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ (αυτοαπασχολούμενοι) ή του ΕΤΑΑ (γιατροί, φαρμακοποιοί, οδοντίατροι, κτηνίατροι, μηχανικοί, αρχιτέκτονες, δικηγόροι) οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών.Προϋπόθεση είναι η παροχή υπηρεσιών από τον ασφαλισμένο σε εργοδότη που μπορεί να είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο (εταιρεία) ή όμιλος εταιρειών ή περισσότερα από ένα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, τα οποία επιδιώκουν κοινό οικονομικό σκοπό, και συνήθως πρόκειται για επιχειρήσεις που ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, έχουν κοινές εγκαταστάσεις.
Ο αντισυμβαλλόμενος εργοδότης έχει υποχρέωση καταβολής μέρους της ασφαλιστικής εισφοράς του ασφαλισμένου και συγκεκριμένα τα 2/3 αυτής. Το ποσοστό αυτό αφορά στην κύρια σύνταξη, την υγειονομική περίθαλψη καθώς επίσης και την επικουρική σύνταξη και το εφάπαξ (όπου προβλέπονται). Το υπόλοιπο 1/3 το καταβάλλει ο ίδιος ο εργαζόμενος.
–Για επαγγελματίες ασφαλισμένους στον πρώην ΟΑΕΕ καταβάλλονται εισφορές σε ποσοστό 26,95% επί του μηνιαίου εισοδήματος επιμερισμένες σε 2/3 και 1/3
–Για γιατρούς, φαρμακοποιούς, οδοντιάτρους, κτηνιάτρους κλπ και μηχανικούς, αρχιτέκτονες κλπ χωρίς επικουρικό ασφαλισμένους στο πρώην ΕΤΑΑ καταβάλλονται εισφορές σε ποσοστό 30,95% επί του μηνιαίου εισοδήματος επιμερισμένες σε 2/3 και 1/3
–Για μηχανικούς, αρχιτέκτονες κλπ ασφαλισμένους στο πρώην ΕΤΑΑ καταβάλλονται εισφορές σε ποσοστό 37,95% επί του μηνιαίου εισοδήματος επιμερισμένες σε 2/3 και 1/3.
–Οι δικηγόροι που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών θεωρούνται εξ’ ολοκλήρου ελεύθεροι επαγγελματίες και καταβάλλουν μόνοι τους τις σχετικές εισφορές υπολογισμένες σε ποσοστό 37,95% επί του εισοδήματος τους από τη δραστηριότητα.Η ελάχιστη βάση υπολογισμού των εισφορών είναι μηνιαίο εισόδημα 586 ευρώ. Στην περίπτωση που η αμοιβή του απασχολούμενου με μπλοκάκι είναι κάτω από αυτό το ποσόν τότε ο ασφαλισμένος υποχρεούται να καταβάλλει εξ ιδίων τη διαφορά στις εισφορές.
Προσοχή:Εάν μέσα στο έτος ο ασφαλισμένος απασχοληθεί και σε 3ο αντισυμβαλλόμενο/εργοδότη χάνει το δικαίωμα της καταβολής εισφορών ως μισθωτός και έχει υποχρέωση γνωστοποίησης της μεταβολής στον ΕΦΚΑ. Το ίδιο συμβαίνει και αν παύσει η παροχή υπηρεσιών με ΔΠΥ.
Ως αντισυμβαλλόμενος υπό την έννοια του παρόντος, λογίζονται και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή άσκησης αυτής. Η κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται στον κοινό οικονομικό σκοπό που επιδιώκεται από τον αντισυμβαλλόμενο μέσω των κάθε είδους νομικής μορφής δραστηριοτήτων και συνιστά απόρροια των κατά περίπτωση πραγματικών στοιχείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τέτοια τεκμήρια προκύπτουν όταν διαφορετικές επιχειρήσεις ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, λειτουργούν στον ίδιο χώρο, με τον ίδιο μηχανολογικό εξοπλισμό, απασχολούν από κοινού το ίδιο προσωπικό, είτε τα στοιχεία αυτά συντρέχουν σωρευτικά είτε όχι.
Όσοι είναι ασφαλισμένοι και προσφέρουν πρόσθετες υπηρεσίες στον ίδιο εργοδότη, λαμβάνουν μέρος των αποδοχών τους ως μισθωτοί και μέρος αυτών μέσω ΔΠΥ, για το σύνολο των αποδοχών θα καταβάλλονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, δηλαδή θα καταβάλλουν οι ίδιοι το 6,67% των εισφορών και οι εργοδότες το 13,33% για όλο το ποσό που καταβάλλουν. Όμως στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που απασχολούνται σε έναν εργοδότη ως μισθωτοί και προσφέρουν υπηρεσίες σε άλλο αντισυμβαλλόμενο μέσω ΔΠΥ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4387/2016 περί πολλαπλής δραστηριότητας και όχι αυτή της παρ. 9 του άρθρου 39. Άρα γι’ αυτές τις περιπτώσεις ο ασφαλισμένος για το εισόδημα από το μπλοκάκι θα καταβάλλει ως εισφορές το 20% του εισοδήματός του. Π.χ. Λογιστής εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία και παρέχει παράλληλα υπηρεσίες σε άλλη εταιρία με ΔΠΥ. Ο εν λόγω ασφαλισμένος δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά σε αυτή του άρθρου 36 περί πολλαπλής δραστηριότητας. Επομένως, για τις αποδοχές του από τη μισθωτή εργασία υπολογίζονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, για το δε εισόδημά του από την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος (ΔΠΥ) καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός).
Το τέλος του του 20% επιβαρύνει και όσους έχουν μισθωτή εργασία, αλλά διατηρούν και σχέση με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών με άλλο εργοδότη. Επισημαίνεται ότι εάν το εισόδημα «προέρχεται από την άσκηση διαρκούς -και όχι ευκαιριακής- επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά)», τότε προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το πρόσωπο που αποδέχεται αυτές τις υπηρεσίες.
Σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ( μπλοκάκι), υφίσταται, όταν ο εργαζόμενος παρέχει έναντι αμοιβής τις υπηρεσίες του, χωρίς να υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία του εργοδότη και να είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται προς τις εντολές και οδηγίες αυτού, ιδίως ως προς τον τρόπο και τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών του.Πρόκειται για μια κατηγορία εργαζομένων – φορολογουμένων (Με τον ν.4172/2013, άρθρο 12, παρ 2στ’) με στοιχεία μισθωτού και επαγγελματία. Η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ΄ οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες.