Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών-Συνταγματολόγος-Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα-Νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα-ΔΣ Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων-ΔΣ Ιδρύματος Μπότσαρη-Νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος.
Η συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών της χώρας μας, είναι τίμιοι και έντιμοι και δυστυχώς το ελληνικό δημόσιο δεν τους αμοίβει όπως τους αξίζει και αναγκάζονται να μεταναστεύσουν επαγγελματικά στο εξωτερικό, όπου αμοίβονται όπως τους αξίζει, μακριά από την πατρίδα μας. Θα έπρεπε κανονικά οι γιατροί δημοσίων φορέων και το παρα’ι’ατρικο προσωπικό να αμοίβεται με τριπλάσιο μισθό. Παρομοίως θα έπρεπε να αμοίβονται κανονικά (με αυξημένες αποδοχές) και οι πυροσβέστες, εργαζόμενοι στα απορρίμματα, αστυνομικοί και άλλοι. Υπάρχει και μία μικρή μειοψηφία γιατρών κρατικών νοσοκομείων και κρατικών φορέων που ζητούν “φακελάκι” , για να προβούν στην υποχρεωτική- οφειλόμενη ιατρική πράξη, ενώ είναι δημόσιοι υπάλληλοι, δεν τιμούν τον όρκο του Ιπποκράτη, δεν συμμερίζονται τον ανθρώπινο πόνο, δεν έχουν ανθρώπινες ευαισθησίες και κυρίως προσβάλλουν την συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών συναδέλφων τους, που είναι τίμιοι.
Σ’αυτές τις περιπτώσεις, ο πολίτης δικαιούται να απευθυνθεί σε οποιοδήποτε Αστυνομικό τμήμα της χώρας ή στον Εισαγγελέα ή στο σώμα εσωτερικών υποθέσεων της Ελληνικής αστυνομίας ή στην εθνική αρχή διαφάνειας ή στο υπουργείο προστασίας του Πολίτη.
Ακολουθεί προσημειωση των χαρτονομισμάτων και σύλληψη του επίορκου γιατρού. Μετά, εφαρμόζεται η αυτόφωρη διαδικασία. Ο γιατρός συλλαμβάνεται επ’ αυτοφωρω και οδηγείται στον Εισαγγελέα. Στην αυτόφωρη διαδικασία, το αστυνομικό όργανο που συνέλαβε το δράστη επ’ αυτοφωρω, συντάσσει έκθεση σύλληψης, Βεβαίωση του αδικήματος και έχει την υποχρέωση να προσάγει τον δράστη, το ταχύτερο δυνατόν, ενώπιον του αρμόδιου εισαγγελέα. Μέχρι να γίνει η προσαγωγή στον Εισαγγελέα, ο δράστης κρατείται στο αστυνομικό τμήμα. Ο Εισαγγελέας αποφασίζει σύμφωνα με την κρίση του, το νόμο και την βαρύτητα της αξιόποινης πράξης, εάν ο συλληφθείς θα δικαστεί αμέσως από το αρμόδιο δικαστήριο ή εάν θα οριστεί τακτική δικάσιμος. Οι ελάχιστοι επίορκοι γιατροί των δημοσίων νοσοκομείων, δεν τιμούν τον όρκο τους, παρανομουν και προσβάλλουν την συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών, που έχουν κοινωνική ευθύνη, ευαισθησία, ζήλο, αγάπη και μοναδικό γνώμονα την προσφορά.
Στα 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, υπολογίζονται τα χρήματα από τον παράνομο χρηματισμό ιατρών.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), για τις “μαύρες” πληρωμές στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, υπολογίζονται σε 5 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, οι μαύρες πληρωμές, εκ των οποίων τα 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ, αφορούν παράνομες πληρωμές σε γιατρούς, με ζητούμενο κυρίως την παράκαμψη του συστήματος για ταχύτερη διενέργεια μίας υποχρεωτικής ιατρικής πράξης. Η επιτροπή ελέγχου προστασίας των Δικαιωμάτων νοσηλευόμενων και γενικά ληπτών υγείας του υπουργείου υγείας, συγκροτήθηκε με το ΦΕΚ 383/3-8-2017 από το υπουργείο υγείας και αποσκοπεί στην προστασία των νοσηλευόμενων. Ο Εισαγγελέας εγκλημάτων Διαφθοράς, έχει βαθμό αντιεισαγγελέα εφετών ,το έργο του εποπτεύει ο αντεισαγγελέας του Αρείου πάγου και επιλαμβάνεται ή παραπέμπει υποθέσεις διαφθοράς. Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ) ιδρύθηκε με το νόμο 4622/2019 τον Αύγουστο του 2019 για το επιτελικό κράτος, με ΦΕΚ Α 133/07-08-2019 και εποπτεύει όλους τους ελεγκτικούς δημοσίους φορείς, έχει αναλάβει το σύνολο των αρμοδιοτήτων των ελεγκτικών δημοσίων φορέων και ελέγχει την εφαρμογή των νόμων, της εθνικής νομοθεσίας.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ νοσηλευόμενων στα δημόσια νοσοκομεία:
Ο νοσηλευόμενος σε δημόσιο νοσοκομείο, έχει συγκεκριμένα κατοχυρωμένα δικαιώματα. Σε περίπτωση παραβίασης δικαιώματος, δύναται να καταθέσει αναφορά στο υπουργείο υγείας,στην υπηρεσία προστασίας δικαιωμάτων ασθενών, στον γενικό επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης, στον αρμόδιο εισαγγελέα κ.α.. Πέρα από την κατάθεση έγγραφης αναφοράς, δύναται να προσφύγει στην ελληνική δικαιοσύνη διεκδικοντας αποζημίωση, αποκατάσταση ή τιμωρία.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμόρφωσε πέντε κατηγορίες-μορφές διαφθοράς στην υγεία:
- Χρηματισμός στις ιατρικές παροχές (διαφθορά μεταξύ γιατρών/νοσηλευτών και ασθενών).
- Διαφθορά στις προμήθειες (διαφθορά μεταξύ γιατρών/νοσηλευτών και ιδιωτικών εταιρειών).
- Ακατάλληλο ή προβληματικό ή εκ προθέσεως παραπλανητικό μάρκετινγκ, προβολή και προώθηση ιατρικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων (διαφθορά μεταξύ γιατρών/νοσηλευτών και ιδιωτικών εταιρειών και μεταξύ πολιτικών/υπηρεσιακών παραγόντων και ιδιωτικών εταιρειών).
- Κατάχρηση εξουσίας (διαφθορά ανωτέρων στελεχών, πολιτικών, διοικητικών).
- Παράνομες πληρωμές και επιστροφές (διαφθορά στα ασφαλιστικά ταμεία και μεταξύ γιατρών και ασφαλιστικών ταμείων). Το προσωπικό του Νοσοκομείου πρέπει πάντα να σέβεται την προσωπική άποψη, τα δικαιώματα και τις αξίες του νοσηλευόμενου.
Στο άρθρο 47 του Ν.2071/1992 αναφέρονται αναλυτικά τα δικαιώματα του νοσοκομειακών ασθενών. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα:
να προσεγγίζει τις κατάλληλες για την ασθένειά του υπηρεσίες του Νοσοκομείου(δικαίωμα προσέγγισης υπηρεσιών υγείας)
να δεχθεί υπηρεσίες φροντίδας με τον οφειλόμενο σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπειά του (δικαίωμα σεβασμού στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια)
να συγκατατεθεί ή να αρνηθεί κάθε διαγνωστική ή θεραπευτική πράξη που πρόκειται να διενεργηθεί σε αυτόν. Σε περίπτωση ασθενούς με μερική ή πλήρη διανοητική ανικανότητα, η άσκηση αυτού του δικαιώματος γίνεται με το πρόσωπο που κατά νόμο ενεργεί για λογαριασμό του (δικαίωμα συγκατάθεσης σε διαγνωστικές και θεραπευτικές πράξεις)
να πληροφορηθεί ότι αφορά στην κατάσταση της υγείας του και να λαμβάνει αποφάσεις ή να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που είναι δυνατό να προδικάσουν τη μετέπειτα ζωή του (δικαίωμα πληροφόρησης και λήψης αποφάσεων)
να πληροφορηθεί πλήρως και εκ των προτέρων για τους κινδύνους που ενδέχεται να παρουσιασθούν ή να προκύψουν λόγω εφαρμογής σε αυτόν ασυνήθιστων ή πειραματικών διαγνωστικών και θεραπευτικών πράξεων. Η εφαρμογή των πράξεων αυτών στον ασθενή λαμβάνει χώρα μόνο ύστερα από συγκατάθεση του ιδίου, η οποία μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή. Ο ασθενής πρέπει να αισθάνεται τελείως ελεύθερος στην απόφασή του να δεχθεί ή να απορρίψει ανά πάσα στιγμή κάθε συνεργασία με σκοπό την έρευνα ή την εκπαίδευση (δικαίωμα ενημέρωσης για κινδύνους και συμμετοχή σε έρευνα και εκπαίδευση)
να προστατεύεται η ιδιωτική του ζωή. Ο απόρρητος χαρακτήρας των πληροφοριών και του περιεχομένου των εγγράφων που τον αφορούν, του φακέλου των ιατρικών σημειώσεων και των ευρημάτων, πρέπει να είναι εγγυημένος (δικαίωμα προστασίας ιδιωτικής ζωής)
να αντιμετωπίζεται με σεβασμό και να του αναγνωρίζονται οι θρησκευτικές και ιδεολογικές του πεποιθήσεις (δικαίωμα σεβασμού θρησκευτικών και ιδεολογικών πεποιθήσεων)
να παρουσιάζει ή να καταθέτει διαμαρτυρίες και ενστάσεις και να λαμβάνει πλήρη γνώση των επ’ αυτών ενεργειών και αποτελεσμάτων (δικαίωμα διαμαρτυριών και ενστάσεων)
Ο ασθενής πρέπει να αισθάνεται τελείως ελεύθερος στην απόφαση του, να δεχθεί ή να απορρίψει, κάθε συνεργασία του με σκοπό την έρευνα ή την εκπαίδευσή. Η συγκατάθεσή του για τυχόν συμμετοχή του, είναι δικαίωμά του και μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή.
Ο ασθενής έχει το δικαίωμα στο μέτρο και στις πραγματικές συνθήκες που είναι δυνατόν, προστασίας της ιδιωτικής του ζωής. Ο απόρρητος χαρακτήρας των πληροφοριών και του περιεχομένου των εγγράφων που τον αφορούν, του φακέλου των ιατρικών σημειώσεων και ευρημάτων, πρέπει να είναι εγγυημένος.
Ο ασθενής έχει το δικαίωμα να παρουσιάσει ή να καταθέσει αρμοδίως διαμαρτυρίες και ενστάσεις και να λάβει πλήρη γνώση των επ’ αυτών ενεργειών και αποτελεσμάτων.
Η πληροφόρηση ασθενών αποτελεί βασική αρχή που διέπει τα δικαιώματα του ασθενούς, τα οποία ανήκουν στην κατηγορία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ηθικών δηλαδή δικαιωμάτων που δικαιούται να έχει ο άνθρωπος με βάση την ανθρώπινη υπόστασή του.Η μέθοδος της ειλικρινούς και λεπτομερούς πληροφόρησης εφαρμόζεται ευρέως στις αναπτυγμένες χώρες ενώ έχει κατοχυρωθεί με νόμο η παροχή λεπτομερούς πληροφόρησης συμπεριλαμβανομένων όλων των παραμέτρων που σχετίζονται με την παροχή φροντίδας και την κατάσταση υγείας. Βασική προϋπόθεση για την παροχή αποτελεσματικής πληροφόρησης είναι η δημιουργία ενός ήρεμου περιβάλλοντος που δεν θα προκαλεί συναισθηματική επιβάρυνση στον ασθενή, θα επιτρέπει την κατανόηση της πληροφόρησης, θα ενθαρρύνει την έκφραση ερωτήσεων και αποριών και θα επιβάλλει την επανεκτίμηση της κατανόησης της αποκτηθείσας γνώσης. Το φυσικό περιβάλλον αποτελεί σημαντική διάσταση που δεν θα πρέπει να υποτιμάται κατά την παροχή πληροφόρησης. Είναι σημαντικό ο χώρος να είναι απομονωμένος ώστε να αποφεύγεται η απόσπαση της προσοχής και οι διακοπές από άλλα άτομα, όπως επίσης να διαθέτει αρκετό χώρο και φωτισμό, άνετα καθίσματα και καλό εξαερισμό.
Το 1997 με το Νόμο 2519 καθιερώνονται τα Όργανα Προστασίας Δικαιωμάτων των Ασθενών και αρχίζει η προώθηση και διάδοση του θεσμού. Σύμφωνα με το Νόμο αυτό, συνιστώνται στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας:
Η Αυτοτελής Υπηρεσία Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ασθενών η οποία υπάγεται απ’ ευθείας στο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου.
Η Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας Δικαιωμάτων των Ασθενών.
Και τα δύο όργανα έχουν την κεντρική ευθύνη παρακολούθησης και ανάπτυξης του θεσμού. Δύο χρόνια μετά, με το Νόμο 2716/99, δημιουργήθηκαν και λειτουργούν σε κάθε Νοσοκομείο:
Γραφείο Επικοινωνίας με τον Πολίτη.
Επιτροπή Προάσπισης Δικαιωμάτων του Πολίτη.
Ο Συνήγορος του πολίτη και το σώμα επιθεωρητών υπηρεσιών υγείας παρεμβαίνουν ύστερα από την διερέυνηση καταγγελιών.
Ο χώρος της ιατρικής ευθύνης κυριαρχείται από τα εγκλήματα αμέλειας. Και αυτό γιατί είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που θα μπορούσαν να αποδοθούν οι σχετικές αξιόποινες πράξεις σε δόλο των ιατρών, αφού τότε απαιτείται αποδοχή τουλάχιστον των βλαπτικών αποτελεσμάτων για τον ασθενή από μέρους τους.
Για τη θεμελίωση της ιατρικής ευθύνης απαιτείται να μην κατέβαλε ο ιατρός την επιβαλλόμενη κατ’ αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία ο μέσος συνετός και ευσυνείδητος ιατρός οφείλει να καταβάλει κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, και να μπορούσε με βάση τις προσωπικές περιστάσεις, ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητές του να προβλέψει και να αποφύγει τη βλάβη του ασθενούς. Για την ύπαρξη ευθύνης απαιτείται ο ιατρός να έπραξε ή να παρέλειψε να πράξει κάτι που όφειλε και μπορούσε, και επιπρόσθετα απαιτείται από τη συμπεριφορά του δράστη (πράξη ή παράλειψη) να επήλθε το αποτέλεσμα, δηλαδή ο θάνατος του ασθενή. Θα πρέπει δηλαδή να συντρέχει μία επικίνδυνη για την υγεία ή τη ζωή πράξη, ενέργεια ή παράλειψη, που να έχει οδηγήσει αιτιακά, δηλαδή με σχέση αιτίου και αιτιατού, στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα του θανάτου ή της σωματικής βλάβης του ασθενούς. Κατά το ποινικό δηλαδή δίκαιο, τέτοια αμελής συμπεριφορά μπορεί να συνιστά όχι μόνο μία θετική λαθεμένη ενέργεια του ιατρού, αλλά και η παράλειψή του να προβεί στην ενέργεια εκείνη που θα ήταν ενδεδειγμένη στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Για τη θεμελίωση της ποινικής ευθύνης θα πρέπει περαιτέρω να αποδειχθεί ότι στην προκειμένη περίπτωση ο ιατρός δεν επέδειξε την προσοχή και σύνεση που όφειλε κατά τις περιστάσεις και που μπορούσε κατά τις προσωπικές του ιδιότητες να επιδείξει, ώστε να αποφύγει το ανεπιθύμητο αποτέλεσμα.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι η συνδρομή της κατά παράβαση των κανόνων της επιστήμης και της τέχνης συμπεριφοράς του ιατρού δεν οδηγεί αυτόματα στην ποινική ή αστική του ευθύνη. Πέρα από την
Θα πρέπει ιδιαίτερα να τονιστεί ότι ο ιατρός δεν έχει ούτε καθήκον ούτε και ευθύνη αποτελέσματος, υπό την έννοια ότι δεν εγγυάται ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, την ίαση. Εγγυάται και ευθύνεται μόνο για τα μέσα που χρησιμοποίησε κατά την άσκηση του επαγγέλματός του. Ευθύνη ιατρού για σωματική βλάβη ή ανθρωποκτονία από αμέλεια υπάρχει μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από τον ιατρό των κοινώς αναγνωριζομένων κανόνων της επιστήμης και της ειδικότητάς του, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση, και η ενέργειά του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμελείας. Η οφειλομένη από τον ιατρό προσοχή δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί σχηματικά και δογματικά εκ προοιμίου, αλλά βρίσκεται πάντοτε σε συνάρτηση με τις αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες και περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης. Οι υπαίτιες ενέργειες και παραλείψεις του ιατρού δεν είναι δυνατόν να τυποποιηθούν, δεδομένου ότι κάθε ιατρικό περιστατικό παρουσιάζει μοναδικότητα και ιδιοτυπία καθοριστική των ενδεδειγμένων ενεργειών του ιατρού και προσδιοριστική της επιμέλειας την οποίαν αυτός πρέπει να καταβάλει. Λαμβανομένου εξάλλου υπόψη ότι στην Ιατρική, καταρχήν και κατά βάση, γίνεται αποδεκτό το αξίωμα ότι “δεν υπάρχουν ασθένειες αλλά ασθενείς”, και ότι οι κανόνες της Ιατρικής, ακόμη και οι θεμελιώδεις, δεν είναι απόλυτοι αλλά σχετικοί και διατυπώνονται με μόνο σκοπό τη συστηματοποίηση της γνώσης, σαφής και επιτακτική ανακύπτει η αξίωση τα δεδομένα της επιστήμης να εξετάζονται πάντοτε σε σχέση και συνάρτηση με τις κατ’ ιδίαν συνθήκες και περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης.