Η μεγαλύτερη και πιο πολύνεκρη πολεμική αναμέτρηση που γνώρισε ο κόσμος μέχρι
τις αρχές του 20ου αιώνα. Ξεκίνησε στις 28 Ιουλίου 1914, όταν η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Σερβίας και τελείωσε με την ταπεινωτική ήττα της Γερμανίας και των συμμάχων της στις 11 Νοεμβρίου 1918.
Ονομάστηκε Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ή Μεγάλος Πόλεμος, επειδή εξαπλώθηκε πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης και αναμίχθηκαν σ’ αυτόν όλες οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής.
Τα αίτια, που οδήγησαν στην έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες της εποχής και στις επεκτατικές βλέψεις των διαφόρων κρατών, που αύξησαν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό.
Ειδικότερα, η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, που προήλθε από τη ραγδαία εκβιομηχάνισή της, οδήγησε στην όξυνση του ανταγωνισμού της με την Αγγλία για την κυριαρχία στις μεγάλες αγορές του κόσμου.
Ταυτόχρονα, η γαλλική πολιτική της «ρεβάνς», δηλαδή η επιθυμία της Γαλλίας να αποκαταστήσει το γόητρό της και να ανακτήσει την Αλσατία και τη Λορένη (που είχε χάσει στο Γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870 – 1871), είχε δημιουργήσει ένταση στις σχέσεις της με τη Γερμανία.
Την ίδια εποχή, η Αυστροουγγαρία βρισκόταν σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία σχετικά με την κυριαρχία στα Βαλκάνια. Τα νέα εθνικά βαλκανικά κράτη, που είχαν δημιουργηθεί μετά την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κρατούσαν ευνοϊκή στάση απέναντι στις διεκδικήσεις των εθνικών μειονοτήτων της Αυστροουγγαρίας και απειλούσαν την ενότητά της. Έτσι, η Αυστροουγγαρία επιθυμούσε να διατηρηθεί το στάτους – κβο των Βαλκανίων.
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, επιθυμούσε να βρει διέξοδο στη Μεσόγειο, υποστήριζε την κίνηση του πανσλαβισμού και θεωρούσε τον εαυτό της φυσικό προστάτη των ορθόδοξων λαών των Βαλκανίων, πράγματα που έβρισκαν αντίθετες τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία.
Τη σπίθα του πολέμου άναψε η δολοφονία του διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφίας από τον νεαρό Σερβοβόσνιο εθνικιστή Γκαβρίλο Πρίντσιπ στο Σαράγεβο της Βοσνίας στις 28 Ιουνίου 1914. Για τη δολοφονία οι Αυστριακοί θεώρησαν υπεύθυνη την κυβέρνηση της Σερβίας και της κήρυξαν τον πόλεμο στις 28 Ιουλίου 1914.
Την 1η Αυγούστου η Γερμανία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και δύο ημέρες αργότερα κατά της Γαλλίας. Στις 4 Αυγούστου η Αγγλία και στις 23 Αυγούστου η Ιαπωνία κηρύσσουν με τη σειρά τους τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, όταν αυτή εισβάλει στο Βέλγιο (4 Αυγούστου).
Με το μέρος της Γερμανίας και της Αυστρίας τάχθηκαν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία, που αποτέλεσαν τις λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις».
Από την άλλη πλευρά, με τους Αγγλογάλλους και τους Ρώσους συντάχθηκαν η Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Βέλγιο, η Ιαπωνία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ελλάδα (από το 1916 η «κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης» και από το 1917 το ενωμένο ελληνικό κράτος), η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες (από το 1917). Όλες μαζί οι δυνάμεις αυτές συγκρότησαν τον συνασπισμό, γνωστό ως «Αντάντ» (Entente = Συνεννόηση στα γαλλικά).
Στην αρχή του πολέμου, οι πιο μεγάλες μάχες έγιναν στη Γαλλία και το Βέλγιο («Δυτικό Μέτωπο»). Οι Γερμανοί κυρίευσαν μεγάλο τμήμα των χωρών αυτών και απείλησαν το Παρίσι. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν να οργανώσουν την άμυνά τους σ’ ένα μέτωπο 750 χλμ. από τη Βόρεια Θάλασσα ως το βορειοδυτικό άκρο της Ελβετίας, όπου έγινε ένας φοβερός πόλεμος χαρακωμάτων, που κράτησε έως το 1918.
Την περίοδο που οι Γερμανοί πολιορκούσαν το Παρίσι, τους επιτέθηκαν οι Ρώσοι και κυρίευσαν σημαντικά εδάφη της Ανατολικής Πρωσίας («Ανατολικό Μέτωπο»). Ο αρχιστράτηγος του γερμανικού στρατού φον Μόλτκε διόρισε διοικητή του στρατού της Ανατολικής Πρωσίας τον γηραιό στρατηγό Χίντεμπουργκ, ο οποίος κατόρθωσε να απωθήσει τους Ρώσους, νικώντας τους στις μάχες του Τάνεμπεργκ (26-31 Αυγούστου 1914) και των Μαζουριανών Λιμνών (9-14 Σεπτεμβρίου).
Οι Ρώσοι με νέες δυνάμεις οργάνωσαν την άμυνα τους στη γραμμή από την Ανατολική Πρωσία ως τα Καρπάθια (900 χλμ.) και ο πόλεμος αυτός έγινε αγώνας χαρακωμάτων. Τον Μάιο του 1915 οι Ρώσοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφού έχασαν πολύ στρατό.
Τον Οκτώβριο του 1915, η «Αντάντ» κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπαθώντας να βοηθήσει τους Ρώσους. Ο συμμαχικός στόλος με βάση τη Λήμνο επιχείρησε να περάσει τα στενά των Δαρδανελλίων, αλλά δεν το κατόρθωσε, γιατί οι Τούρκοι τους απώθησαν. Απόπειρα να εισχωρήσουν από την ξηρά με απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης, επίσης, απέτυχε.
Οι Σύμμαχοι αναζητούσαν βάση για το στόλο και το στρατό τους στο Αιγαίο και χωρίς την άδεια της Ελλάδας, που τηρούσε ουδετερότητα, αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη (2 Οκτωβρίου 1915). Οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία κι έτσι δημιουργήθηκε το «Βαλκανικό Μέτωπο».
Η παρουσία των συμμαχικών στρατευμάτων της «Αντάντ» στη Θεσσαλονίκη προκάλεσε αναστάτωση στην Ελλάδα, γιατί άλλα κόμματα είχαν φιλικές διαθέσεις προς τους συμμάχους και άλλα ήταν αντίθετα. Όταν οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία, ο ελληνικός στρατός δεν έσπευσε να βοηθήσει τους παλιούς του συμμάχους Σέρβους. Αυτό εξερέθισε τους Συμμάχους, που έριξαν την ευθύνη στο φιλογερμανό βασιλιά Κωνσταντίνο.
Την άνοιξη του 1916 οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία κι έκαναν φοβερές σφαγές σε βάρος των Ελλήνων.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τότε έκαμε το χωριστικό κίνημα (κίνημα «Εθνικής Αμύνης»). Πήγε στη Θεσσαλονίκη και σχημάτισε φιλική κυβέρνηση προς την «Αντάντ» (26 Αυγούστου 1916). Η Ελλάδα χωρίστηκε στα δυο: Το «κράτος των Αθηνών» υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο υποστήριζε την ουδετερότητα και το «κράτος της Θεσσαλονίκης» υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο την έξοδο στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ».
Τη λύση έδωσαν οι Γάλλοι, δια του γερουσιαστή Ζονάρ, που υποχρέωσαν το βασιλιά Κωνσταντίνο να φύγει από την Ελλάδα. Έτσι, η ενωμένη Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ» και στις 27 Ιουνίου 1917 κήρυξε τον πόλεμο κατά των «Κεντρικών Δυνάμεων».
Στο Δυτικό Μέτωπο, στις φονικές μάχες των χαρακωμάτων προστέθηκε το 1916 η φοβερή μάχη του Βερντέν, ανάμεσα σε Γάλλους και Γερμανούς, που κράτησε 10 μήνες (21 Φεβρουαρίου – 18 Δεκεμβρίου), με τρομακτικές απώλειες και για τους δύο αντιπάλους. Οι Σύμμαχοι, για να εξασθενήσουν τη Γερμανία, απέκλεισαν με τους στόλους τους τη Βαλτική και την Αδριατική. Οι Γερμανοί, όμως, με τα υποβρύχιά τους βύθισαν πολλά συμμαχικά πλοία.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον πόλεμο για να «εξασφαλίσουν την ελευθερία των θαλασσών», όπως διακήρυξε ο Αμερικανός πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον και βαθμηδόν η πλάστιγγα του πολέμου άρχισε να γέρνει προς τη μεριά της «Αντάντ».
Τον Μάρτιο του 1917 (Φεβρουάριο με το παλαιό ημερολόγιο) ξέσπασε επανάσταση στη Ρωσία που ανέτρεψε τον τσάρο Νικόλαο Β’ και ανακηρύχτηκε δημοκρατία με επικεφαλής τον σοσιαλδημοκράτη πολιτικό Αλεξάντρ Κερένσκι. Ο ρωσικός στρατός συνέχισε να μάχεται στο ανατολικό μέτωπο, αλλά χωρίς ηθικό.
Στις 24 Οκτωβρίου 1917, οι μπολσεβίκοι του Λένιν ανέτρεψαν τον Κερένσκι και ανέλαβαν την εξουσία, εγκαθιστώντας σταδιακά κομμουνιστικό καθεστώς στην αχανή χώρα («Οκτωβριανή Επανάσταση»). Το νέο καθεστώς υπέγραψε χωριστή συνθήκη με τη Γερμανία στις 3 Μαρτίου 1918 («Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ») και η Ρωσία εξήλθε του πολέμου.
Παρά την απώλεια της Ρωσίας, η κατάσταση δεν άλλαξε δραματικά και το πάνω χέρι στον πόλεμο εξακολουθούσε να το έχει η «Αντάντ». Οι μεγάλες γερμανικές επιθέσεις στο «Δυτικό Μέτωπο» (μάχες Σεμέν Ντε Νταμ και Μάρνη) αποκρούστηκαν από τις γαλλοαμερικανικές δυνάμεις. Οι Άγγλοι νίκησαν τους Τούρκους στην Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία, όπως και ο ελληνικός στρατός τους Βούλγαρους στο Σκρα (17 Μαΐου 1918). Μεγάλες ήταν και οι επιτυχίες των Ιταλών κατά των Αυστριακών.
Οι Γερμανοί άρχισαν να βλέπουν ότι χάνουν τον πόλεμο. Για να αποφύγουν μεγαλύτερη αιματοχυσία, επαναστάτησαν και ζήτησαν να κλείσει ανακωχή με βάση τους 14 όρους του Αμερικανού προέδρου Γουίλσον, που είχαν δημοσιοποιηθεί σταδιακά από τις 8 Ιανουαρίου έως τις 27 Σεπτεμβρίου 1918 (4 Οκτωβρίου 1918).
Στις 9 Νοεμβρίου ανακηρύσσεται στη Γερμανία δημοκρατία και την επομένη ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ εγκαταλείπει τη χώρα.
Στις 5 το απόγευμα της 11ης Νοεμβρίου 1918 υπογράφεται η παράδοση της Γερμανίας μέσα σ’ ένα βαγόνι τρένου και στις 11 το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που στοίχισε 16 εκατομμύρια νεκρούς και εξαφανισθέντες και 20 εκατομμύρια τραυματίες στα πεδία των μαχών, λαμβάνει τέλος.
Οι συνέπειές του, όμως, θα στοιχειώνουν για πολλά χρόνια ακόμα τη Γηραιά Ήπειρο. Στις 18 Ιουνίου 1919 υπογράφτηκε η συνθήκη των Βερσαλλιών, με τη συμμετοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, που επέβαλε επαχθείς όρους στη Γερμανία.
Η Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε συνολικές απώλειες 27.000 ανδρών στα πεδία των μαχών (6.000 νεκρούς και αγνοούμενους και 21.000 τραυματίες).
Η Ελλάδα βγήκε κερδισμένη εδαφικά από τον Μεγάλο Πόλεμο. Με την συνθήκη του Νεϊγί (27 Νοεμβρίου 1919) της αποδόθηκε η Δυτική Θράκη, ενώ με τη συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) της παραχωρήθηκαν η Ανατολική Θράκη (μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης), τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, καθώς και η δυνατότητα εξάσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή της Σμύρνης.
Στην Ιταλία δόθηκαν τα Δωδεκάνησα και το Καστελόριζο, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία αναγνωρίστηκε η προσάρτηση της Κύπρου.
Πηγή: sansimera.gr