Είναι γνωστό ότι η άγνοια και στη συνέχεια ο εξουσιαστικός Φόβος, που ασκούν πάνω στον άνθρωπο και στις κοινωνίες τα εκάστοτε θρησκευτικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία, μετασχηματίζουν τις όποιες μεταφυσικές ανησυχίες ανάλογα με το πνευματικό επίπεδο των εποχών σε θεούς που αλλάζουν πρόσωπα και ιδιότητες, σε δόγματα και διάφορες οργανωμένες θρησκείες, ανάλογα με τον χρόνο, τον τόπο, τον σκοπό και τη μορφή της εκάστοτε εξουσίας. Γνωστό είναι επίσης ότι όπως η εκάστοτε εξουσία, έτσι και η εκάστοτε θρησκεία διαιρεί τις κοινωνίες και τους λαούς σε πιστούς και απίστους και τους ρίχνει σε έναν ανειρήνευτο αγώνα της επικράτησης της μιας εξουσίας-θρησκείας ενάντια στις άλλες. Το αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας είναι η σημερινή κατάσταση, η καπιταλιστική βαρβαρότητα, η οποία εμφανίζεται ως σύγκρουση θρησκειών ή ακόμα και πολιτισμών, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για σύγκρουση εξουσιών, ιδιωτικών και κρατικών συμφερόντων, δηλαδή κεφαλαίων που κρύβονται πίσω από διαφορετικούς θεούς, θρησκείες, προφήτες και θρησκευτικούς ηγέτες, παραπλανώντας τους καλόπιστους και καλοπροαίρετους απλούς ανθρώπους και την εργαζόμενη ανθρωπότητα.
Βέβαια, η “μετά λόγου Γνώσεως”, και όχι από άγνοια και φόβο, πίστη, ή μη-πίστη του καθενός είναι ένα αναφαίρετο δικαίωμά του, φτάνει αυτή να μην τον καθιστά αντικείμενο οργανωμένης πνευματικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής εκμετάλλευσης, όπως συμβαίνει με όλες τις θρησκείες και τις εξουσίες που κρύβονται πίσω τους, πράγμα που οι άδολα και ανυστερόβουλα θρησκευόμενοι θα έπρεπε να το καταδικάζουν, αλλά αντ’ αυτού και προφανώς από δημοσιοϋπαλληλικό καθήκον, συνεργούν σ’ αυτό το έγκλημα.
Σεβαστές οι απόψεις του, ιερέα Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου, αλλά, δεν είναι δικές του, αλλά δανεικές από αμφισβητούμενης αντικειμενικότητας εκκλησιαστικά-θρησκευτικά κείμενα, και επιπλέον τα όσα ισχυρίζεται δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα, γιατί κανένας θεός δεν ανακαλύφθηκε ποτέ και από κανέναν σοβαρό επιστήμονα, εκτός από μερικούς αμαθείς και καλοβολεμένους κοντά στην εξουσία ψευδοεπιστήμονες και γι αυτό εφευρέθηκε το παραμύθι της αποκάλυψης του θεού, υποτίθεται από τον “Ιησού Χριστό”, η ύπαρξη του οποίου, όμως, δεν επιβεβαιώνεται από καμιά σοβαρή ιστορική πηγή. Βέβαια η προσπάθειά του να εξισώνει την δογματικότητα και ακαμψία των θρησκειών με την ζωντάνια και την εξελικτικότητα της έρευνας, των επιστημών και των τεχνών μυρίζει από μακριά σκόπιμο δόλο και υστερόβουλη πανουργία.
Όσον αφορά στο πώς εμφανίστηκε και επιβλήθηκε ο Χριστιανισμός θα πρέπει να μάθουμε, γιατί και πώς έγινε και τι αποφάσισε η λεγόμενη «Πρώτη Σύνοδος της Νικαίας» το 325 νέας χρονολογίας, την οποία καταδίκασαν και αναίρεσαν οι μετέπειτα και ιδιαίτερα η «Δεύτερη Σύνοδος της Νικαίας» το 787. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχάσουμε τη βαρβαρότητα με την οποία αντιμετώπισε ο χριστιανισμός ως κρατική ιδεολογία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και τους Έλληνες, και τους λεγόμενους εθνικούς, για να γνωρίσουμε την πρώτη στην ιστορία της ανθρωπότητας μεγάλη γενοκτονία σε βάρος των Ελλήνων καθώς και το μίσος της νέας ενιαίας αυτοκρατορικής θρησκείας ενάντια στις Επιστήμες, τις τέχνες και τον πολιτισμό, γεγονότα που οδήγησαν την ανθρωπότητα στον σκοτεινό μεσαίωνα.
Μελετώντας κανείς τα λεγόμενα “ιερά κείμενα” όλων των θρησκειών, όχι άκριτα ως πιστός, αλλά ως ελεύθερος άνθρωπος που αναζητά την αλήθεια και απαντήσεις για τον κόσμο και τη ζωή θα διαπιστώσει ότι θεοί και θρησκείες είναι δημιουργήματα όχι των ανθρώπων γενικά και αφηρημένα, αλλά κάποιων ελάχιστων ανθρώπων που ασκούσαν εξουσία για λογαριασμό τους και όχι για το καλό των κοινωνιών που εξουσίαζαν. Με αυτή την έννοια όλες ανεξαίρετα οι θρησκείες, ως δημιουργήματα και εργαλεία των εξουσιών δεν έχουν καμιά σχέση με ανύπαρκτους θεούς, αλλά με τις υπαρκτές εξουσίες που τις χρησιμοποιούν για να ελέγχουν και να εκμεταλλεύονται τις εργαζόμενες κοινωνίες. Θρησκείες που στο όνομα κάποιου ιδιαίτερου θεού, προφήτη, ή μεσσία διαπράττουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, δεν έχουν καμιά σχέση με την αγάπη που καλλιεργούν οι άνθρωποι του μόχθου, αλλά με το μίσος των εξουσιών που τις κατασκεύασαν και τις συντηρούν.
Βέβαια, κι εδώ έχει δίκιο ο ιερέας, οι εξουσίες δεν εργαλειοποιούν μόνο τις θρησκείες, αλλά και τις επιστήμες και τις τέχνες και ότι μπορεί να υποτάξει τους απληροφόρητους και φοβισμένους από θεούς και αφέντες ανθρώπους και τις κοινωνίες στους σκοπούς τους. Όμως οι επιστήμονες καταφέρνουν να σπρώχνουν τα πράγματα όλο και περισσότερο προς την κοινωνική ισότητα, την αλληλεγγύη, τη συνεργασία, την ελευθερία και την ειρήνη, σε αντίθεση με τις θρησκείες που ευλογούν τους κατακτητικούς πολέμους, (μέχρι και τον Χίτλερ τον ανακήρυξαν εν ζωή άγιο), και διδάσκουν υποταγή στις εξουσίες, γιατί τάχα αυτές οι απάνθρωπες εξουσίες είναι θεόσταλτες, (βλέπε επιστολές Παύλου προς Ρωμαίους, Τιμόθεο, Κορινθίους κ.λπ., κ.λπ.).
Η έννοια του απόλυτου είναι θρησκευτική έννοια και δεν έχει καμιά σχέση με τη σχετικότητα των επιστημών που ερευνούν, αμφισβητούν τον ίδιο τους το εαυτό για να αποκτήσουν ένα ακόμα ψήγμα γνώσης να το προσθέσουν στην προηγούμενη και να πραγματοποιήσουν όλα αυτά τα θαυμάσια και ιδιαίτερα χρήσιμα επιτεύγματα που κάνουν τη ζωή των ανθρώπων ευκολότερη για να πάψουν να είναι δούλοι της άγνοιας, να πάψουν να γίνονται βορά του εξουσιαστικού φόβου και του απάνθρωπου και καταστροφικού κεφάλαιου. Μόνο οι απελευθερωμένες από τις εξουσίες επιστήμες μπορούν να υποσχεθούν και να πραγματοποιήσουν τον ενάρετο άνθρωπο σε συνθήκες κοινωνικής ισότητας, της μόνης γήινης και πραγματικής φιλοσοφίας της αγάπης. Όπου κοινωνική ανισότητα, εκεί και θρησκείες και εξουσίες και σκοταδισμός και δουλεία. Ιδού πεδίο δόξας λαμπρό και για τις θρησκείες, αν πράγματι αγαπούν τον άνθρωπο και όχι τις εξουσίες.
Δύσκολος ο γόνιμος διάλογος σε συνθήκες οιονεί θεοκρατίας, οξύτατων συγκρούσεων μεταξύ των ανταγωνιστικών κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων και οξυμένης οικονομικής κρίσης, αλλά είναι ζωτικά αναγκαίος αν θέλουμε να αποφύγουμε την βαρβαρότητα και την καταστροφή και να βρούμε τον δρόμο της πραγματικής κοινωνικής ισότητας, της πραγματικής ευημερίας, αγάπης, δημοκρατίας και οικουμενικής ειρήνης. Αν θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο κόσμο χωρίς αφεντικά και δούλους, χωρίς εξουσιαστικές θρησκείες και κεφαλαιοκρατικές ολιγαρχίες που στην προσπάθειά τους να μοιράσουν τον κόσμο σκοτώνουν και ξεσπιτώνουν εκατομμύρια συνανθρώπους μας και κατά πως φαίνεται, όπου να είναι, θα έρθει και η σειρά μας. Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση κανένας μας δεν είναι άμοιρος ευθυνών και κανένα ταμπού δεν μπορεί να μείνει έξω από την αναζήτηση αυτών των ευθυνών και της αλήθειας. Μιας αλήθειας όμως που οφείλει να ακολουθεί το δρόμο της Λογικής των Αιώνων, των Λαών και των Αγώνων και όχι των μύθων, της προπαγάνδας των εξουσιαστών μας, της μοιρολατρίας και της εθελοδουλικής υποταγής μας.
Δεν είναι λοιπόν ασέβεια να μιλάμε για όλα αυτά τα ταμπού, ακόμα και με τον κίνδυνο να παρεξηγηθούμε άδικα, γιατί το χρέος όλων μας, και ιδιαίτερα όσων έμαθαν χάρη στις θυσίες της κοινωνίας ‘πέντε γράμματα’, είναι να είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία, ακόμα και αν χρειαστεί να είμαστε δυσάρεστοι στα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία.
Δεκτός λοιπόν ο διάλογος, αλλά επί πραγματικών δεδομένων. Σε αντίθεση με τον ακατάσχετο μονόλογο των θρησκειών του “πίστευε και μη ερεύνα” ο διάλογος είναι αναγκαίος και καλοδεχούμενος, γιατί από το διάλογο δεν έχασε ποτέ και κανένας, εκτός από εκείνους που μας θέλουν βωβούς, κωφούς, τυφλούς και δούλους ψεύτικων θεών, απάνθρωπων εξουσιών και πραγματικών αφεντάδων και πλανηταρχών. Γι αυτό συνιστώ σε όλους όσους σκανδαλίζονται από τον διάλογο να διαβάσουν πρώτα το βιβλίο και μετά ας μιλήσουμε επί του συγκεκριμένου.
Απαντά ο συγγραφέας Κώστας Λάμπος
*Με αφορμή την, προφανώς κθ υπαγόρευση, παρέμβαση του ιερέα Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου, στην εφημερίδα ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ της 13 Μαΐου 2016, προκειμένου το τοπικό ιερατείο να εμποδίσει την παρουσίαση του βιβλίου μου, Θεός και Κεφάλαιο, στην Καρδίτσα)