Σαν σήμερα 8 Σεπτεμβρίου 1922 στην Σμύρνη. Το μέτωπο είχε καταρρεύσει και οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, με απόγνωση και τρόπο, έψαχναν τρόπο να αποβιβαστούν σε οποιοδήποτε πλοίο για να γλιτώσουν από την μανία των τουρκικών ορδών. Τότε, πολλοί Μικρασιάτες ανεπιτυχώς προσπάθησαν να επιβιβαστούν σε διάφορα ευρωπαϊκά πλοία, εμπορικά ή πολεμικά.
Δυστυχώς, σε πλείστες περιπτώσεις τα ευρωπαϊκά πληρώματα με βάρβαρο τρόπο απαγόρευαν την αποβίβαση των Ελλήνων προσφύγων στα πλοία τους, όμως υπήρχαν και οι εξαιρέσεις.
Ένας Ιάπωνας καπετάνιος του εμπορικού πλοίου “Tokei Maru” και το πλήρωμά του, συγκλονισμένοι από την εικόνα της τραγωδίας και χωρίς χρονοτριβή, παίρνουν μια γενναία απόφαση: μεταφέρουν στο κατάστρωμα όλο το φορτίο από μετάξι και δαντέλα που ήταν αποθηκευμένο στα αμπάρια και χωρίς δισταγμό τα πετάνε στη θάλασσα!
Για τον Ιάπωνα καπετάνιο -το όνομα του οποίου παραμένει, δυστυχώς, έως σήμερα άγνωστο- υπέρτερο όλων είναι η διάσωση των ανθρώπινων ψυχών. Γι’ αυτό δίνει διαταγή να πλευρίσει το πλοίο στην προκυμαία και να επιβιβαστούν σε αυτό Ελληνες και Αρμένιοι, προκειμένου να μεταφερθούν ασφαλείς στον Πειραιά και σε άλλα ελληνικά λιμάνια.
Η εξαίρετη αυτή πράξη δεν πέρασε απαρατήρητη· καταγράφηκε μέσα και από τις πληροφορίες που έδωσε ο Τζορτζ Χόρτον, Αμερικανός πρόξενος τότε στη Σμύρνη. Σε τηλεγράφημά του προς το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ (18 Σεπτεμβρίου 1922) τονίζει: «Ενα γιαπωνέζικο πλοίο πήρε μερικούς πρόσφυγες και άκουσα πως πέταξε το φορτίο του για τον σκοπό αυτό. Επιβάτες του πλοίου μιλούν για τη συγκινητικά ευγενική συμπεριφορά του ιαπωνικού πληρώματος».
Το γεγονός αυτό όμως δεν διέφυγε και από τον ιαπωνικό Τύπο. Στις 15 Οκτωβρίου 1922 η «Atlanta Journal-Constitution» ανέφερε: «Αντίθετα με τις ενέργειες κάθε άλλου πλοίου στη Σμύρνη, αυτό (δηλαδή το γιαπωνέζικο πλοίο) πήρε κάθε πρόσφυγα για τον οποίο θα μπορούσε να βρει χώρο πάνω στο σκάφος. Υπήρχε κι ένα φορτηγό πλοίο στο λιμάνι το οποίο έριξε όλο το φορτίο στη θάλασσα, πήρε τους υπόλοιπους πρόσφυγες και τους μετέφερε στον Πειραιά.
Τα αμερικανικά, τα βρετανικά, τα γαλλικά και τα ιταλικά πλοία έλεγαν στους πρόσφυγες ότι μπορούσαν να πάρουν μόνο δικούς τους στα σκάφη και τότε παρέμειναν οι ταπεινοί Ιάπωνες για να αποδείξουν την ευσπλαχνία τους προς τους πρόσφυγες».
Στην εφημερίδα «The Boston Globe» της 21ης Οκτωβρίου 1922 η Αν Χάρλοου Μπιρτζ, σύζυγος του Χ. Μπιρτζ, καθηγητή του Διεθνούς Κολεγίου της Σμύρνης, έδωσε τη δική της μαρτυρία: «Οι απελπισμένοι πρόσφυγες βρίσκονταν στις αποβάθρες, το λιμάνι ήταν γεμάτο από άνδρες και γυναίκες που κολυμπούσαν με την ελπίδα να σωθούν. Στο λιμάνι εκείνη τη στιγμή ήταν ένα γιαπωνέζικο πλοίο, το οποίο μόλις είχε φθάσει φορτωμένο έως το κατάστρωμα με ένα πολύτιμο φορτίο από μετάξι, δαντέλες μεγάλης αξίας, χιλιάδων δολαρίων. Ο Γιαπωνέζος καπετάνιος, όταν κατάλαβε την κατάσταση που επικρατούσε, δεν δίστασε. Ολόκληρο το φορτίο πετάχτηκε στα βρόμικα νερά του λιμανιού, ενώ το φορτηγό φορτώθηκε και γέμισε με όσες εκατοντάδες πρόσφυγες μπορούσε να μεταφέρει ασφαλείς στον Πειραιά και στις ελληνικές ακτές».
Εξίσου σημαντική ήταν και η αναφορά του ανταποκριτή των «New York Times» στις 18 Σεπτεμβρίου: «Την Πέμπτη υπήρχαν έξι ατμόπλοια στη Σμύρνη, για να μεταφέρουν τους πρόσφυγες. Eνα γιαπωνέζικο, δύο γαλλικά, ένα αμερικανικό και δύο ιταλικά. Το αμερικανικό και το γιαπωνέζικο πλοίο δέχθηκαν όλους τους πρόσφυγες, χωρίς να ελέγξουν τα χαρτιά τους, ενώ τα άλλα πλοία πήραν όσους είχαν διαβατήριο».
Το γεγονός αυτό ασφαλώς και δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο, έστω και αν ήταν ελάχιστα τα ιστορικά τεκμήρια και οι πρωταγωνιστές σχεδόν ακατόρθωτο να εντοπιστούν. Πριν από περίπου 17 χρόνια μια Γιαπωνέζα φοιτήτρια της Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας έφερε στο φως μια άγνωστη πτυχή του συμβάντος. Στο κείμενό της -που δημοσιεύτηκε σε περιοδικό της Ιαπωνίας- έγραψε ότι κάποιοι διασωθέντες Ελληνες Μικρασιάτες ήξεραν τρεις λέξεις της ιαπωνικής γλώσσας. Αυτές ήταν το «αριγκάτο» («ευχαριστώ»), «κονίτσιουα» («καλημέρα») και τη φράση «κοκόρο ιτάι» («πονάει η καρδιά μου βλέποντας τον πόνο των άλλων»), την οποία είχαν ακούσει από τον Ιάπωνα πλοίαρχο.
Στην παραπάνω μαρτυρία αξίζει να προσθέσουμε και άλλο ένα στοιχείο. Οταν διοργανώθηκε η πρώτη τιμητική βραδιά για τους Ιάπωνες ναυτικούς από τον Μικρασιατικό Σύλλογο Καβάλας (Σεπτέμβριος 2009), στο τέλος της εκδήλωσης πλησίασε συγκινημένος ένας ηλικιωμένος κάτοικος της πόλης για να πει ότι είχε ακούσει από τη μητέρα του -Μικρασιάτισσα πρόσφυγα- να διηγείται ότι την έσωσαν κάποιοι «ανέγνωροι άνθρωποι» (παράξενοι άνθρωποι), οι οποίοι την είχαν μεταφέρει στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Το εξαιρετικό αυτό συμβάν έχει ανακινήσει προσφάτως το ενδιαφέρον της ιαπωνικής κοινωνίας, καθώς η κυρία Νανάκο Μουράτα Σαβαγιανάγκι, καθηγήτρια του πανεπιστημίου του Τόκιο με ειδίκευση στη Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, ετοιμάζει τη συγγραφή μελέτης σχετικά με το ιαπωνικό πλοίο. Από ελληνικής πλευράς, πάντως, τον περασμένο Μάιο η Εστία Νέας Σμύρνης επέδωσε πλακέτα στον πρέσβη της Ιαπωνίας στην Ελλάδα κ. Μασούο Νισιμπαγιάσι, τιμώντας τους Ιάπωνες ναυτικούς και εκφράζοντας ένα μεγάλο «ευχαριστώ» «για τη βοήθεια που προσέφεραν στους κινδυνεύοντες με αφανισμό Μικρασιάτες προγόνους μας».
Ο Ελληνοαμερικανός ακτιβιστής και συγγραφέας Νταν Γεωργακάς έχει περιγράψει πώς η μητέρα του σε ηλικία 12 ετών και ο θείος του ετών 11 διασώθηκαν από τους Ιάπωνες το 1922. Το περιστατικό, κομμάτι από τις αφηγήσεις που άκουγε ως παιδί, ήταν ένα από τα λίγα για τα οποία η μητέρα του δεχόταν να μιλήσει.
Έχοντας διωχθεί από το χωριό τους και έχοντας χάσει επαφή με κάθε συγγενή τα δύο παιδιά έφτασαν εν έτει 1922 στη Σμύρνη τη στιγμή που τα ευρωπαϊκά πλοία διέσωζαν μόνο όσους είχαν ξένη υπηκοότητα. Και τότε μια ομάδα ανθρώπων τούς κατηύθυνε σε ένα καράβι με τη σημαία του ανατέλλοντος ηλίου.
«Πριν ακόμη προλάβουν να ζητήσουν βοήθεια, έπεσαν μπροστά τους ανεμόσκαλες για να επιβιβαστούν», γράφει ο κ. Γεωργακάς στο βιβλίο του «My Detroit: Growing Up Greek and American in Motor City».
«Η μητέρα μου ήταν τόσο αδύναμη που φοβόταν ότι δεν θα μπορούσε να κρατηθεί και θα έπεφτε στη θάλασσα. Oμως μεγαλύτεροι Eλληνες την έσπρωξαν μέχρι να φτάσει στην κορυφή της ανεμόσκαλας όπου ένας ναυτικός περίμενε να την παραλάβει με ασφάλεια. Oταν ανέβηκε στο κατάστρωμα τη σήκωσε στους ώμους του και την έβαλε μπροστά σε μια τεράστια κατσαρόλα με ζεστό φαγητό.
Της πρόσφερε ένα μικρό μπολ και της έδειξε με χειρονομίες ότι μπορούσε να φάει με τα χέρια. Καθώς την προέτρεπε να φάει, η μητέρα μου συνειδητοποίησε για πρώτη φορά ότι ο άνθρωπος αυτός είχε σχιστά μάτια και ότι το δέρμα του ήταν διαφορετικό από το δικό της. Αμέσως φαντάστηκε τον σωτήρα της ως ένα από τα πλάσματα για τα οποία είχε ακούσει στα παραμύθια.
Το ευγενικό του χαμόγελο της επιβεβαίωνε ότι ανήκε στους καλούς. Κοιτώντας τριγύρω της ένιωσε ότι βρισκόταν σε ένα καράβι γεμάτο με μαγικά πλάσματα, μια εντύπωση που ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο όταν ξαφνικά είδε τον αδελφό της να στέκεται δίπλα της…».
Ενδιαφέρουσες μαρτυρίες για το ιαπωνικό πλοίο που έσωσε EΈλληνες και Αρμένιους της Σμύρνης περιλαμβάνονται σε ξένες μοναδικές εκδόσεις που διαθέτει στο Αρχείο της η Εστία Νέας Σμύρνης. Μία από αυτές είναι η μαρτυρία της Λίντια Κουρογιέν Καραγιάννη από τη Λακωνία του Νιου Χάμσαϊρ, η οποία διηγείται την ιστορία της μητέρας της. Ήταν ένα νεαρό κορίτσι την εποχή της τραγωδίας. Γράφει η κ. Καραγιάννη: «Μόνο ένα πλοίο από τον στόλο που βρισκόταν αγκυροβολημένος στο εξωτερικό λιμάνι δεν μπόρεσε να ανεχθεί αυτή τη βαρβαρική κόλαση. Και αυτό το πλοίο, όσο περίεργο και αν φανεί, ήταν ασιατικό, ένα ιαπωνικό πλοίο. Για τους Ιάπωνες, ούτε ο νόμος ούτε οι κώδικες ήταν πιο σημαντικοί από την ανθρώπινη ζωή».
Έπειτα από 86 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή, στις 12 Σεπτεμβρίου 2008, ένα Μικρασιατικό σωματείο της Κορινθίας, η Μικρασιατική Στέγη Κορίνθου και ο δήμος Κορινθίων, κάλεσαν στην πόλη τους τον πρέσβη της Ιαπωνίας στην Αθήνα κ. Τοκανόρι Κιταμούρα και του επέδωσαν τιμητικό δίπλωμα «σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την ευαισθησία και τον ανθρωπισμό του πλοιάρχου και του πληρώματος του ιαπωνικού πλοίου προς τους διωκόμενους το Σεπτέμβριο του 1922 προγόνους μας».
Επίσης και η Εστία της Νέας Σμύρνης, το μακροβιότερο σωματείο Μικρασιατών στην Ελλάδα ιδρυθέν το 1930, παρέδωσε τιμητική πλακέτα στον πρέσβη της Ιαπωνίας στην Αθήνα κ. Μασούο Νισιμπαγιάσι ως ύστατο ευχαριστώ για την πράξη εκείνη.
«Είναι ένας περιστατικό που δεν το γνωρίζει πολύς κόσμος, άλλωστε ακόμη και το όνομα του Ιάπωνα καπετάνιου παραμένει άγνωστο. Εμείς ξέραμε την ιστορία από μαρτυρίες Σμυρνιών. Έτσι αποφασίσαμε να προβούμε σε αυτή την ενέργεια από ευγνωμοσύνη και να βραβεύσουμε τον Ιάπωνα πρέσβη ως ένα ευχαριστώ σε εκείνον τον καπετάνιο και το πλήρωμά του», λέει μιλώντας στο «Έθνος» ο πρόεδρος της δραστήριας Εστίας κ. Γιάννης Παπαδάτος.
«Η αντίδρασή του ήταν συγκλονιστική. Συγκινήθηκε πολύ όταν τον ξεναγήσαμε στα μουσεία της Εστίας που κρατούν ζωντανή την Ιστορία με τα υπέροχα εκθέματα-φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα των Σμυρνιών προσφύγων. Δάκρυσε, αισθάνθηκε μεγάλη τιμή ενώ η σύζυγός του μας είπε ότι θα οργανώσει μια επίσκεψη με τις συζύγους άλλων Ιαπώνων πρέσβεων».
Μάλιστα, με αφορμή αυτό το άγνωστο γεγονός έγιναν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Παραδοσιακού Τζούντο Ενάντια στα Αναβολικά και τα Ναρκωτικά που διοργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη από τις 24 μέχρι τις 27 Ιουνίου 2016. , τα αποκαλυπτήρια ενός μοναδικού μνημείου για τον άγνωστο Ιάπωνα πλοίαρχο του πλοίου
Το έργο βρίσκεται στο «Σχολείο για Όλους», στο πάρκο Ηρώων στην Τριανδρία και μάλιστα από κάτω του φυτεύτηκε μια κερασιά, το χαρακτηριστικό δέντρο της Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου. Πρόκειται για ένα χαρακτικό, διαστάσεων 1.00 Χ 0.70 που φιλοτέχνησε ο Θανάσης Πάλλας, αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μέλος της επιστημονικής ομάδας του Include (Επιστημονικό Δίκτυο για την ειδική και διαπολιτισμική αγωγή).
Τα αποκαλυπτήρια έγιναν από τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης κ. Γιάννη Μπουτάρη και την Μορφωτική Ακόλουθο της Ιαπωνικής Πρεσβείας κα Μάο Σιμίζου.
Σχετικά με την πράξη αυτοθυσίας και ανθρωπιάς του Ιάπωνα πλοιάρχου, ο τεχνικός σύμβουλος του τζούντο στο ΚΕΘΕΑ κ. Αυγερινός Μαϊστρέλης δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων : «Αμερικανικές εφημερίδες της εποχής καταγράφουν το γεγονός, ότι δηλαδή ένας Ιάπωνας πλοίαρχος, το όνομα του οποίου δεν έγινε ποτέ γνωστό, φτάνοντας στη Σμύρνη και βλέποντας τους Έλληνες να προσπαθούν να σωθούν, πέταξε όλα τα εμπορεύματά του στη θάλασσα και ανέβασε πρόσφυγες στο πλοίο με τη βοήθεια του πληρώματός του».
O κ. Μαϊστρέλης πρόσθεσε ότι στη διάρκεια μιας αθλητικής αποστολής στην Ιαπωνία, απ΄ όπου άλλωστε προέρχεται το άθλημα του τζούντο, προσπάθησαν να βρουν το όνομα του πλοιάρχου, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό. «Μάθαμε όμως ότι ο Ιάπωνας πλοίαρχος αποβίβασε κάποιους πρόσφυγες πρώτα στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια στον Πειραιά» αναφέρει ο κ. Μαϊστρέλης.
Δείτε το σχετικό βίντεο:
Πηγή: Ελληνικά Χρονικά