Ο Τζίμης Πανούσης που μας “αποχαιρέτησε” σε ηλικία 64 ετών το μεσημέρι του Σαββάτου 13 Ιανουαρίου 2018 με τη στάση ζωής του προήγαγε ένα ασυμβίβαστο και ελεύθερο πνεύμα, που μπορεί να ήταν η απαρχή για μία αλλαγή των κοινωνικών δομών.
Μουσικά δήλωνε αυτοδίδακτος και έπαιζε λίγο απ’ όλα. Πρώτες προσπάθειες στο χώρο της μουσικής έγιναν με το σχήμα “Χαρούμενη Κουδουνίστρα” όταν ακόμα ήταν στο Γυμνάσιο. Στα μέσα με τέλη της δεκαετίας του ’70 σχηματίστηκαν οι Μουσικές Ταξιαρχίες από τον Τζίμη Πανούση (φωνή, στίχοι, μουσική) και τους Σπύρο Πάζιο (κιθάρα), Γιάννη Δρόλαπα (κιθάρα), Βαγγέλη Βέκιο (τύμπανα) και Δημήτρη Δασκαλοθανάση (μπάσο, πιάνο).
Η πρώτη τους εμφάνιση σε κοινό έγινε το 1980 στο
“Skylab” στην Πλάκα, ενώ η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά είναι ο δίσκος Μουσικές Ταξιαρχίες που κυκλοφόρησε από την MINOS-EMI το 1982. Νωρίτερα (το 1980) είχε κυκλοφορήσει μία ανεξάρτητη παραγωγή σε κασέτα, το “Disco Tsoutsouni”. Ακολούθησαν οι δίσκοι Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν (1984) και Hard Core (ζωντανή ηχογράφηση, 1985). Το 1983 οι Μουσικές Ταξιαρχίες καμουφλάρονται κάτω από το όνομα Alamana’s Bridge (= Γέφυρα της Αλαμάνας) και συμμετέχουν στο δίσκο-συλλογή
ελληνικού ροκ Made in Greece Vol.1, παρά τις αντιρρήσεις της τότε δισκογραφικής τους εταιρείας. Από τον επόμενο δίσκο “Κάγκελα Παντού” (1986) ο Πανούσης αποφασίζει να συνεχίσει μόνος του.
Δισκογραφία
Με τις Μουσικές Ταξιαρχίες
1. Disco Tsoutsouni. Ανεξάρτητη παραγωγή. 1980.
2. Μουσικές Ταξιαρχίες. MINOS-EMI. 1982.
3. Made in Greece Vol.1. 1983. (Συμμετοχή ως «Alamana’s Bridge».)
4. Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν. 1984.
5. Hard Core. 1985.
Μετά τις Μουσικές Ταξιαρχίες
1. Κάγκελα παντού. 1986.
2. Χημεία και Τέρατα. 1987.
3. Δουλειές του Κεφαλιού. Music Box International. 1990.
4. The Greatest Kitsch Live!. Music Box International. 1990.
5. Ο Ρομπέν των Χαζών. Music Box International. 1992.
6. Vivere Pericolosamente. Warner. 1993.
7. Με Λένε Πόπη. 2000.
8. Δείγμα Δωρεάν. 2002.
9. Της Πατρίδας μου η Σημαία. 2003.
10.Obi-Obi-Bi. 2013.
11.Προσεχώς Βουλγάρες. 2013.
12.Mastoura Ambient. 2014.
Ο Τζίμης Πανούσης ήταν γεννημένος το 1954, στις 12 Φεβρουαρίου, λίγο πριν τις 12 τα μεσάνυχτα, και είναι Υδροχόος με ωροσκόπο Σκορπιό. Είχε την Αφροδίτη του στους Πιθήκους, τη μισή του Σελήνη στα μικρασιατικά παράλια και την άλλη μισή την έχουν οι Τούρκοι. Έγραφε τραγούδια, βιβλία και έκανε εκπομπές στο ραδιόφωνο από το 1988. Ξεκίνησε την καριέρα του εννέα χρόνων παίζοντας Καραγκιόζη, με αυτοσχέδιες φιγούρες από εξώφυλλα περιοδικών, έξω από τα σύρματα ιδρύματος απροσάρμοστων παιδιών στο Χολαργό. Είχε αλλεργία στο οπαδιλίκι όλων των τύπων, από κόμματα και οργανώσεις μέχρι ποδοσφαιρικές ομάδες και πατρίδες. Σιχαινόταν τους αμερικανοτσολιάδες, τους νεογενίτσαρους εκσυγχρονιστές και τους χρηματόδουλους αρπακολλατζήδες. Αιδοιοδιψής και αιδοιόπληκτος, φιλοδοξούσε να γίνει ένας πετυχημένος συλλέκτης γυναικείων οργασμών. Κομπορρημονούσε ο ίδιος, ότι ουδέποτε συγκινήθηκε από το ντέρμπι των αιωνίων αντιπάλων Δόξας και Χρήματος (το παίζει στάνταρ Χι, και μάλιστα μηδέν μηδέν). Συμπαγής καλλιτέχνης βαρέων βαρών, είχε στην πλάτη του ένα βαρύ έμφραγμα κι ένα βαρύ εγκεφαλικό, αλλά συνέχιζε απτόητος(;) με την ευχή: «Να μας έχει ο θεός γερούς να μπορούμε ν αρρωστήσουμε, διότι η αρρώστια στο καπάκι δε λέει, είναι τουματσίλα…»
Διαβάστε τις απολαυστικές προσωπικές πληροφορίες του αξέχαστου καλλιτέχνη στην προσωπική του σελίδα στο Facebook:
Oνομα: Tζίμης Πανούσης.
Περιφέρεια στήθους: 324. Mέσης: 98. Γοφών: 106.
Ύψος: 1,74. Bάρος: 96 και.
Γεννήθηκα: Στην Aθήνα.
Φιλοδοξίες: Nα γίνω ένας σωστός άνθρωπος.
Tι με ξετρελαίνει: Tο αχαλίνωτο σεξ.
Tι με απωθεί: O καπιταλισμός.
Aγαπημένοι μου καλλιτέχνες: Λουίς Mπουνιουέλ, Mπιλ Kλίντον.
Aγαπημένα μου σπορ: Pακέτες, μπάσκετ, τηλεόραση.
Kρυφή μου λαχτάρα: H επανάσταση
Ακολουθεί ένα χαρακτηριστικό κομμάτι από το συγγραφικό έργο του πάντα απρόβλεπτου Τζίμη Πανούση:
Άτιμο πράγμα ο επαγγελματικός προσανατολισμός. Αν είχα μείνει στην Εθνική Τράπεζα, δεν θα έδινα δικαιώματα τώρα στον κάθε νεοσύστατο κλάδο τραγελαφικής απασχόλησης να με ταλαιπωρεί. Ο φόβος φυλάει τα έργα, τα συγκεκριμένα έργα με «υπόθεση», που έχουνε κάνει το μυαλό μου αιδοίο και ντρέπομαι. Φοβάμαι, λοιπόν, γι’ αυτό σου γράφω. Πάρ’ τα, άρρωστε αναγνώστη, έτσι όπως μου έρχονται στην άκρη του στιλό μου, άτακτα και μπερδεμένα. Η τέχνη θέλει σωσίες! Η αγωνία της φτηνής απομίμησης κρύβει πάθος αμέτρητο στην προσπάθεια να ξεπεράσει τον εαυτό της, και ίσως το κουρασμένο ορίτζιναλ πρότυπο της. Ευτυχία είναι ένα ζευγάρι καλοσχηματισμένα βυζιά να κουνιούνται μπροστά στα θολωμένα ματάκια σου, και ο φέρων οργανισμός τους να σε βομβαρδίζει με βογκητά ηδονής και πρόστυχα βρομόλογα, να μαλακώνει η ψυχή και να λυτρώνεται ο μαλάκας.
Έχει προηγηθεί(δεν ενδιαφέρει πότε) το ολοκαύτωμα του κάτω κόσμου. Η στάχτη του Άδη ξέφυγε από κάποια ρωγμή στο ταβά-νι και πασπάλισε αρκετούς δίποδους κομπλεξικούς. Μην μπούμε σε βαρετές κοινωνιολογικές αναλύσεις, αλλά είναι γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των αδισταχτοπασπαλισμένων είναι άρρενες θύτες και θύματα της καπιταλιστικής αρένας. Όχι ότι δεν υπάρχουνε και γυναίκες, αλλά είναι πολύ λιγότερες, με κλασικό παράδειγμα την ορφανή Σταχτομπούτα, που ο προβληματικός της κόλπος μετράει χιλιάδες θύματα αδικοχαμένων ψωλών. Για την ιστορία την πεθαμένη, ανοίγω στο σημείο αυτό μια μεγάλη παρένθεση, που πολύ φοβάμαι ότι δεν θα καταφέρω να την κλείσω μέχρι το τέλος του βιβλίου.Έχει γεμίσει ο ουρανός δορυφόρους! Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο πολλοί ομιλούν τη γερμανική. Μίντια Ες-Ες, εικόνες όλο νάζι, με σπόνσορες βρικόλακες του τρίτου Ράιχ. Είμαι σίγουρος ότι στην αμερικάνικη ιστορία του μέλλοντος μας, ο Γιωργάκης ο Μπους θα είναι το σίκουελ του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τον «πολιτισμό» τους προσπάθησαν και οι δύο να επιβάλουν με τα όπλα. Τον γόρδιο δεσμό έκοψε ο δικός μας με τη χαντζάρα, τον δεσμό του με τη γυναίκα του θέλει να κόψει ο δεύτερος, με τους φαλλικούς του πυραύλους που χύνουνε θάνατο. Η υπόθεση είναι τραγική, χωρίς να απουσιάζουν και τα έντονα κωμικά στοιχεία.
Γέλιο χοντρό μας χαρίζουν με τα καμώματα τους οι εμετικοί δήθεν κομουνιστές που κάνανε τα κορίτσια τους πουτάνες ολ όβερ δε γουόρλντ. Οι βόμβες κενού στην Τσετσενία περνάνε στα ψιλά των εφημερίδων που ήταν, είναι και θα είναι δελτία Τύπου των μαφιόζων εκδοτών τους. Ο διαβολικός λογοπαίχτης που κρύβεται μέσα μου με σπρώχνει να αναδείξω τον Τσετσένο ως Τσεεις την νι. Γνωρίζω, όμως, ότι ο νοτιοαμερικανός ήρωας μετά τον θάνατο του υψώθηκε εις το τετράγωνο, έγινε μύγα παχιά, που τσιμπάει και στέλνει σε λήθαργο θανατηφόρο τους πεινασμένους Αφρικανούς. Πετάνε τα βλέφαρα μου συνέχεια. Τα χαμηλοτάβανα μαγαζιά με τους δυνατούς προβολείς μου βάλανε δόνηση στα ματοτσίνορα. Κάποιον θα δω ή θα τα δω όλα, άραγε; Είλωτες με κιλότες κυλιούνται μπροστά στα πόδια μου, να τους κλοτσήσω ή να περιμένω να δω πού το πάνε. Η μέδουσα αναμονής μού προσφέρει όλες τις ανέσεις. Κατάφερα να αποχτήσω το μακρόστενο ημιυπόγειο των ονείρων μου, με σπιτικό σινεμά και κομπιούτερ τελευταίας εσοδείας. Είναι κοινό μυστικό ότι, όταν τελειώνει η κάθε ίδια μέρα (every fucking same day) και αναρωτιόμαστε: «Τι πουλιά πιάσαμε σήμερα;», ανοίγουμε τη χούφτα μας και βλέπουμε το ίδιο ταλαιπωρημένο δικό μας πουλάκι. «Τι κάνει τσίου τσίου πάνω απ’ τ’ αρχίδια;» Μια απ’ τα ίδια! Αν και δεν γνωριζόμαστε, σ’ αφήνω (με το αζημίωτο) να σκύψεις και να δεις απ’ την κλειδαρότρυπα της προσωπικής μου τραγωδίας. Σωστά κατάλαβες, είναι η Μήδεια διασκευασμένη. Μήδεια σαγανάκι με γιαπωνέζικο θίασο. Για να αισθάνομαι ψηλός και να επιβάλλομαι.
Η μεγάλη μου επιτυχία, όμως, είναι χωρίς αμφιβολία η μαστουρωμένη ελεγεία:
Μάνα κουράδα, μια τεράστια κουράδα επί σκηνής, που ονειρεύομαι να την παίξει ο υπουργός παιδείας του ΠΑΣΟΚ ή της Νέας Δημοκρατίας (δεν έχει σημασία). Πώς τα έχουνε καταφέρει έτσι οι δωσίλογοι να μας κοροϊδεύουνε μες στα μούτρα μας και να μας νανουρίζουνε με αντάρτικα, δεν μπορώ να το χωνέψω. «Και σπάω φαρμακεία να βρω τα χάπια μου», που λέει και ο Πάριος, και δεν του σπάμε τα μούτρα μια και καλή να τελειώνουμε. Γιατί, μήπως τα δικά μου τραγούδια είναι καλύτερα;Σαφώς! Άκου ένα τετράστιχο στην τύχη:
Φάκα Αdidas μού ‘πιασε τη φτέρνα μπερδεύω το τζουκ μποξ με τη λατέρνα.Πάνω απ’ του τάφου μου το κυπαρίσσι μαύρη χελώνα μ’ έχει κατουρήσει.
Να γιατί είναι άχρηστες οι συνεντεύξεις, αφού ο τραγουδοποιός τα λέει όλα με τις ιδιοκατασκευές του.
Πηγή: Τζίμης Πανούσης – Μικροαστική Καταστροφή (Ποιήματα και ψηφιακές ζωγραφιές Εκδόσεις Opera Αθήνα 2005)